Ο κορωνοϊός αποτελεί μια παγκόσμια υγειονομική κρίση και είναι προφανές ότι αυτή τη στιγμή προέχει η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, είναι δεδομένο ότι το σύστημα υγείας πρέπει να ενισχυθεί με όσους πόρους χρειαστούν, χωρίς να υπάρχει καμία δεύτερη σκέψη. Η περαιτέρω αυτή ενίσχυση, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπολείπεται του 1 δισ. ευρώ. Χρήματα που είναι απαραίτητα, όχι μόνο για την ενίσχυση του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλά και για μετά από αυτή ώστε η χώρα να έχει ένα σύγχρονο, καθολικό και ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας.
Ταυτόχρονα, όμως, οι οικονομικές επιπτώσεις του κορωνοϊού είναι δυσθεώρητες, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ήδη, σειρά από άλλες χώρες εφαρμόζουν εξαιρετικά γενναιόδωρα πακέτα στήριξης, στα οποία ο συνδυασμός άμεσων δαπανών και εγγυήσεων φτάνει το 20% του ΑΕΠ κάθε χώρας. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα γενναίο εμπροσθοβαρές πακέτο, ώστε αφενός η ύφεση να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη, αφετέρου, εξερχόμενοι από την κρίση να έχουμε γρήγορη ανάκαμψη, η οποία θα τους περιλαμβάνει όλους και όλες, χωρίς μείωση εισοδημάτων. Ανάκαμψη που θα οδηγήσει σε μια διατηρήσιμη αναπτυξιακή πορεία, της οποίας τα οφέλη θα διαχέονται σε όλη τη κοινωνία.
Το πακέτο αυτό θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρές διότι η πραγματικότητα δείχνει ότι οι αποσπασματικές παρεμβάσεις δεν ανταποκρίνονται στις άμεσες ανάγκες ούτε απαντούν στη διάχυτη ανασφάλεια του κόσμου, ενώ αδυνατούν να βελτιώσουν τις προσδοκίες και το οικονομικό κλίμα και έχουν ως αποτέλεσμα μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Μια ύφεση η οποία για να ανασχεθεί θα απαιτηθούν μεσομακροπρόθεσμα σημαντικά μεγαλύτερες παρεμβάσεις, με αμφίβολα αποτελέσματα.
Παράλληλα, το πακέτο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει σημαντικά κεφάλαια τα οποία θα δοθούν ως άμεση ενίσχυση σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις και να μην περιορίζεται σε ενισχύσεις ρευστότητας με τη μορφή αναβολών πληρωμών ή δανείων. Η επόμενη μέρα δεν πρέπει να βρει τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις υπερχρεωμένους. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η λήψη μέτρων που θα ενισχύσουν το εισόδημα ώστε να μην υπάρχουν αναχώματα στην ανάκαμψη μετά την υγειονομική κρίση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πρώτη στιγμή, κατέθεσε συγκεκριμένες και κοστολογημένες προτάσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και τους βαθμούς ελευθερίας που προκύπτουν από:
• Το Ταμειακό Απόθεμα Ασφαλείας (μαξιλάρι) ύψους 37 δισ. ευρώ που σχηματίστηκε την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα τα έτη 2016, 2017 και 2018.
• Την αποφασισμένη παρέκκλιση από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και των κρατικών ενισχύσεων.
• Τη ρευστότητα η οποία θα είναι διαθέσιμη από τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ.
• Την κλίμακα των δημοσίων παρεμβάσεων που επιλέγονται σε χώρες της Ε.Ε. και τις ΗΠΑ.
Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι:
H ελληνική οικονομία έχει ανάγκη μία δημόσια παρέμβαση της κλίμακας των 26 δισ. ευρώ με ορίζοντα εξαμήνου, εκ των οποίων τα 14 δισ. θα αφορούν δημοσιονομικά μέτρα στήριξης (1δισ. ευρώ μέτρα για την ενίσχυση της υγείας και 13 δισ. ευρώ άμεσα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των πολιτών) και τα 12 δισ. Ευρώ θα αφορούν ενέσεις ρευστότητας, όπως εγγυήσεις δανείων.
Τα μέτρα που προτείνονται εδώ αφορούν τις άμεσες παρεμβάσεις ανακούφισης με ορίζοντα εξαμήνου, ενώ είναι προφανές ότι πιο ριζοσπαστικές παρεμβάσεις με μακροπρόθεσμο ορίζοντα απαιτούνται στο εγγύς μέλλον για να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις που θα έχουν διαμορφωθεί για την κοινωνία και την οικονομία όταν πια η υγειονομική κρίση θα βρίσκεται οριστικά πίσω μας.
Στη συνέντευξη τύπου για την παρουσίαση του προγράμματος #ΜένουμεΌρθιοι τοποθετήθηκε ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων και συμμετείχαν οι τομεάρχες Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Οικονομίας, Νίκος Παππάς και Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου. Τη συζήτηση συντόνισε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Χαρίτσης.
Φίλες και φίλοι
Τις τελευταίες εβδομάδες και μέρες η σκέψη μας είναι πρώτα και κύρια στους ανθρώπους που δίνουν τη μάχη της ζωής.
Η σκέψη μας είναι στους ασθενείς που νοσηλεύονται απομονωμένοι από τους δικούς τους ανθρώπους.
Eίναι στις οικογένειες όσων χάθηκαν που βιώνουν τον ανείπωτο πόνο της απώλειας.
Eίναι στους ανθρώπους της πρώτης γραμμής.
Τους νοσηλευτές και τους γιατρούς του εθνικού συστήματος υγείας που με κίνδυνο της ίδιας τους της ζωής και ενίοτε χωρίς τα απαραίτητα μέσα προστασίας δίνουν την μάχη απέναντι στον ιό.
Η σκέψη μας όλες αυτές τις μέρες είναι στον άνθρωπο.
Στους ανθρώπους μας, στους γείτονες, στους φίλους, στους γονείς μας.
Γιατί κανείς δεν πρέπει να μείνει μόνος σε αυτό τον καθημερινό αγώνα για ζωή.
Πρέπει να μείνουμε όλοι μαζί.
Ενωμένοι.
Γιατί μόνο με οδηγό την αλληλεγγύη και την ενότητα μπορούμε να βγούμε όρθιοι από αυτή την περιπέτεια.
Και με αλληλεγγύη και ενότητα, πρέπει να είμαστε από τώρα έτοιμοι για να αντιμετωπίσουμε και όσα μας περιμένουν.
Τη δύσκολη μάχη για την ανόρθωση της ζωής, της οικονομίας, της χώρας.
Γιατί όταν με το καλό θα βγούμε από τα σπίτια μας, ο κόσμος μας θα είναι πολύ διαφορετικός.
Δε θα είναι όπως τον αφήσαμε.
Και το μεγάλο εθνικό στοίχημα για την επόμενη μέρα, είναι να μην επιτρέψουμε να πάνε χαμένες οι πρόσφατες θυσίες του ελληνικού λαού.
Και αυτή είναι μια μάχη που μπορεί να κερδηθεί αν από τώρα γίνουν οι απαραίτητες κινήσεις.
Με σχέδιο και προνοητικότητα.
Η κρίση του κορωνοϊού δεν έχει προηγούμενο για τον σύγχρονο κόσμο.
Είναι ένα σημείο μη επιστροφής για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τις σχέσεις κράτους και πολιτών, για την οικονομία, τις δομές και τους θεσμούς της.
¨Όλα όσα θεωρούσαμε θέσφατα για την οικονομία, έχουν ήδη ανατραπεί.
Από αυτή τη μάχη θα καταφέρουν να επιβιώσουν με τις λιγότερες απώλειες μόνο όσοι σκεφτούν έξω από τα μέχρι χθες δεδομένα πλαίσια.
Μόνο όσοι δράσουν γρήγορα, στοχευμένα, με σχέδιο.
Ένα τέτοιο σχέδιο, με αίσθηση ευθύνης, παρουσιάζουμε σήμερα στον Ελληνικό λαό.
¨Ένα σχέδιο που θα υλοποιούσαμε χωρίς δεύτερη σκέψη, αν ήμασταν στη κυβέρνηση.
Ένα σχέδιο που δεν το καταθέτουμε για να κάνουμε αντιπολίτευση στη κυβέρνηση, αλλά γιατί πιστεύουμε ότι πρέπει να το υλοποιήσει η κυβέρνηση.
Σε στιγμές έκτακτης ανάγκης, πιστεύω βαθιά ότι είναι ανοησία να σκέφτεσαι με όρους πολιτικής σκοπιμότητας.
Κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
Πολιτικού κόστους και οφέλους.
Και όποιος σκεφτεί έτσι, όποιος τούτες τις κρίσιμες ώρες που μετράμε νεκρούς και ανθρώπους στην εντατική, σκέφτεται πολιτικά οφέλη και μετράει ποσοστά, όποιος βάλει το πρόσκαιρο κομματικό όφελος πάνω από το συμφέρον της χώρας και τον ανθρώπων της, γρήγορα θα το πληρώσει διπλά και τριπλά.
Το ζήτημα όμως είναι να μη πληρώσει η χώρα.
Εμείς πιστεύουμε ότι παρά τη πρωτοφανή συνθήκη που ζούμε, υπάρχει τρόπος να κρατήσουμε την κοινωνία και την οικονομία, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους όρθιους.
Αρκεί να δράσουμε έγκαιρα και προληπτικά.
Με τον ίδιο τρόπο που οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε την πανδημία.
Χωρίς ολιγωρίες, ανεπάρκειες και ιδεοληψίες.
Και αξιοποιώντας από την αρχή όλα τα όπλα που διαθέτουμε στη φαρέτρα μας.
Αυτό είναι το μήνυμα του Προγράμματος «Μένουμε όρθιοι».
Να δράσουμε έγκαιρα, να δράσουμε ΤΩΡΑ, για να μην βρεθούμε μπροστά σε ερείπια και οικονομικά χαλάσματα, όταν θα βγούμε από τα σπίτια μας.
Για να μην πέσουμε από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη.
Από την πανδημία στην οικονομική κατάρρευση.
Φίλες και φίλοι,
Είμαι υποχρεωμένος τούτες τις κρίσιμες ώρες να μιλήσω με τη γλώσσα της αλήθειας στον ελληνικό λαό.
Μας περιμένουν μεγάλες περιπέτειες αν συνεχίσουμε να ακολουθούμε τις εξελίξεις αμήχανα, άτολμα, αποσπασματικά.
Αν δεν λάβουμε τις απαραίτητες πρωτοβουλίες θωράκισης της ελληνικής οικονομίας.
Αν συνεχίσουμε στη στρατηγική βλέποντας και κάνοντας.
Και κυρίως αν επιλέξουμε πολιτικές παρεμβάσεις που θα επιδεινώνουν αντί να αμβλύνουν τη κρίση, ιδίως στον τομέα των εργασιακών σχέσεων και των μισθών.
Η χώρα μας αυτή τη στιγμή, όσο και αν ακούγεται οξύμωρο, έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα στην αντιμετώπιση της κρίσης, σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες.
Αυτό το πλεονέκτημα πρέπει να το αξιοποιήσουμε όσο είναι καιρός.
Όσο είναι σε θέση να μας προστατέψει.
Και όχι κατόπιν εορτής.
Γιατί τότε θα είναι πολύ αργά.
Το πλεονέκτημα αυτό είναι το μαξιλάρι ρευστότητας που δημιουργήσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Και που τόσο πολύ μας λοιδορήσανε για αυτό, οι πολιτικοί μας αντίπαλοι.
Η χρηστή διαχείριση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο μας έβγαλε από τα μνημόνια, αλλά φρόντισε να δημιουργήσει συνθήκες ασφάλειας σε περίπτωση κρίσης, για να μη ξανακυλήσουμε ποτέ σε αυτά.
Και να που τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε μια τέτοια περίπτωση κρίσης.
Σήμερα η Ευρώπη αναστέλλει τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και επιτρέπει την αύξηση των δαπανών για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοιού.
Αλλά δεν έχουν όλες οι χώρες τη δυνατότητα να δαπανήσουν δίχως νέο δανεισμό.
Δίχως να αυξήσουν το χρέος τους.
Η Ελλάδα όμως βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση.
Γιατί έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει σε δαπάνες χωρίς να αυξήσει τον εξωτερικό της δανεισμό.
Γιατί έχει περίπου 10% του ΑΕΠ, σε απόθεμα ασφαλείας, πέραν όσων είναι κλειδωμένα για τις αποπληρωμές του χρέους της, από όπου μπορεί να αντλήσει για τις έκτακτες οικονομικές ανάγκες της.
Ένα απόθεμα που μας επιτρέπει να στηρίξουμε άμεσα την οικονομία και την κοινωνία, με ένα εμπροσθοβαρές πακέτο, χωρίς να μπούμε σε περιπέτειες με το δημόσιο χρέος μας.
Και αυτή είναι μια σημαντική διαφορά σε σχέση με χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία ή η Πορτογαλία.
Διότι γι αυτές τις χώρες, μπορεί η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας να είναι ευεργετική, δεν έχουν όμως την ρευστότητα για να αυξήσουν τις δαπάνες τους, δίχως να αυξήσουν το χρέος τους.
Και αυτή τη δυνατότητα πρέπει να την αξιοποιήσουμε.
Θα είναι εγκληματικό να μην το κάνουμε.
Είναι εγκληματικό που δεν το κάνουμε.
Σήμερα λοιπόν καταθέτουμε με αίσθηση ευθύνης την πρότασή μας για άμεσες παρεμβάσεις ώστε από αυτή τη κρίση να μείνουμε όρθιοι.
Ώστε όταν βγούμε από το σπίτι, να μην βρεθούμε σε έρημη χώρα, ανέργων, λουκέτων και διαλυμένης οικονομίας.
Το πρόγραμμα «Μένουμε όρθιοι» έχει ως κεντρική ιδέα την άμεση αξιοποίηση του υπερόπλου που διαθέτει η χώρα απέναντι στη κρίση.
Ώστε με εμπροσθοβαρείς παρεμβάσεις και οριζόντια μέτρα, όσο ακόμη διαρκεί η πανδημία, να στηρίξουμε τόσο την προσφορά όσο και την ζήτηση και να δημιουργήσουμε τους όρους για την σταθεροποίηση και την ανάκαμψη, μένοντας όρθιοι.
Η πρόταση μας στηρίζεται σε τρεις αλληλένδετους άξονες.
Την ποσότητα των παρεμβάσεων, την ποιότητα των παρεμβάσεων και τον χρόνο υλοποίησής τους.
Και τα τρία είναι κρίσιμα.
Σε ότι αφορά τη ποσότητα:
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν άμεσα διαθέσιμοι πόροι περίπου 20 δις από το μαξιλάρι ρευστότητας. Το μαξιλάρι είναι 37 δις, 16,5 είναι κλειδωμένα για τις αποπληρωμές του επόμενου διαστήματος του χρέους, άρα είναι 20 δις ευρώ άμεσα διαθέσιμοι πόροι και άλλοι τόσοι περίπου είναι διαθέσιμοι πόροι από σειρά ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων.
Ενώ είναι στη διάθεση των τραπεζών πρόγραμμα ρευστότητας ύψους 12 δις από την ΕΚΤ.
Σε αυτή λοιπόν τη συνθήκη κρίνουμε σκόπιμο ένα γενναίο εμπροσθοβαρές πακέτο μέτρων στήριξης της οικονομίας σε ορίζοντα έξι μηνών, ύψους 26 δις ευρώ.
Εκ των οποίων τα 14 δις πρέπει να αφορούν άμεσα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης και τα 12 δις ενέσεις ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, όπως εγγυήσεις δανείων.
Στα μέτρα αυτά δεν υπολογίζονται προφανώς οι αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, πράγμα που κάνει η κυβέρνηση προκειμένου να αυξήσει πλασματικά το μέγεθος του πακέτου της.
Προφανώς στα ποσά αυτά δεν συνυπολογίζουμε εμείς αναστολές πληρωμών, φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, πράγμα που κάνει η κυβέρνηση προκειμένου πλασματικά να αυξήσει το μέγεθος του πακέτου. Εμείς θεωρούμε αυτονόητο ότι όσο διαρκεί η κρίση και το πρόγραμμα που εμείς προτείνουμε για έξι τουλάχιστον μήνες θα πρέπει να ανασταλούν οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις των πληττόμενων επιχειρήσεων.
Σε ό,τι αφορά τη ποιότητα της πρότασής μας:
Η πρόταση μας έχει ως κύριο στόχο την διατήρηση της απασχόλησης στα προ πανδημίας επίπεδα.
Τη διατήρηση δηλαδή του μισθού των ήδη εργαζομένων στα επίπεδα του Φλεβάρη του 2020, καθώς και των σχέσεων εργασίας όπως ήταν διαμορφωμένες πριν την έναρξη της κρίσης.
Είναι κρίσιμο μέγεθος η διατήρηση της απασχόλησης σε μια χώρα που βρέθηκε με ανεργία 28% και τον Φλεβάρη ήταν με ανεργία επίσης υψηλή, στο 17%.
Και εδώ είναι η πλήρης αντίθεση του δικού μας σχεδίου με όσα ήδη υλοποιεί η κυβέρνηση υλοποιεί. Η κυβέρνηση καταθέτει προτάσεις που αποσκοπούν σε μια εκ βάθρων και εκ νέου αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας εις βάρος των εργαζομένων.
Με την αναστολή των συμβάσεων εργασίας και την εκ περιτροπής απασχόληση που μειώνει το μισθό κατά πενήντα τοις εκατό.
Σε ότι δε αφορά το χρόνο. Αυτό είναι ίσως το πιο κρίσιμο.
Το «Μένουμε όρθιοι» είναι ένα πακέτο εμπροσθοβαρές με προφανή στόχο να αντιμετωπίσει τις αναταράξεις μιας έκτακτης μη δομικής συνθήκης, η οποία αν αφεθεί στην αυθόρμητη κίνηση της αγοράς και της οικονομίας, θα παράξει τάσεις που στη συνέχεια θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανατραπούν.
Αν οι όποιες παρεμβάσεις δεν είναι εμπροσθοβαρείς αλλά ακολουθήσουν τη λογική «του βλέποντας και κάνοντας» που επιλέγει σήμερα η κυβέρνηση, οι συνέπειες θα είναι δραματικές:
Μακροχρόνια παράταση της ύφεσης λόγω κατάρρευσης της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά και της οικονομικής εμπιστοσύνης.
Και θα χρειαστούν πολλαπλάσιες δαπάνες από αυτές που σήμερα προτείνουμε, για να ανατραπούν αυτές οι εξελίξεις που γρήγορα θα λάβουν μορφή χιονοστιβάδας.
¨Έχουμε άλλωστε νωπή την εμπειρία της κρίσης που ξεκίνησε το 2010 και κάποιοι έλεγαν τότε ότι θα διαρκέσει για λίγους μήνες.
Και τελείωσε μετά από 8 ολόκληρα χρόνια.
Αυτές τις πολλαπλάσιες δαπάνες που θα χρειαστούμε σε λίγους μήνες από σήμερα, αν δε δράσουμε έγκαιρα, δε θα μπορούμε τότε να τις καλύψουμε από κανένα μαξιλάρι.
Γιατί τότε, θα υπερβαίνουν τα μεγέθη του μαξιλαριού.
Και θα πρέπει αναγκαστικά να τις καλύψουμε από νέο δανεισμό.
Και στις συνθήκες παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αυτός ο δανεισμός δε θα είναι τότε το ίδιο εύκολος.
Και η επιστροφή στον εφιάλτη των μνημονίων θα ξαναζωντανεύσει.
Έχουμε λοιπόν ευθύνη σήμερα να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας όσο σκληρή και αν είναι αυτή.
Ακούω κάποιους να συμβουλεύουν τη κυβέρνηση να μη κινηθεί προληπτικά.
Να μη παρέμβει τώρα αν και μπορεί. Να κρατήσει απόθεμα για μετά. Την ώρα της ανάκαμψης.
Λυπάμαι αλλά είναι η ίδια λογική, μεταφρασμένη στην οικονομία, της ανοσίας αγέλης, που κάποιοι ανόητοι πρότειναν στη κυβέρνηση της Βρετανίας, για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Να αφήσουμε τις αδύναμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις να σβήσουν, χιλιάδες θέσεις εργασίας να χαθούν και όταν έρθει η ώρα της αναδιάρθρωσης να στηρίξουμε μόνο νόσους θα έχουν αντέξει από τη κρίση. Μόνο δηλαδή τους δυνατούς.
Πρόκειται για μια απαράδεκτη, κυνική και εν τέλει καταστροφική για τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας στρατηγική που καλώ τον πρωθυπουργό άμεσα να την απορρίψει.
Τα μέτρα λοιπόν που προτείνουμε σήμερα στο πλαίσιο του Προγράμματος Μένουμε Όρθιοι κατανέμονται ως εξής:
1. Στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας με 1 δις επιπλέον χρηματοδότηση – 4000 μόνιμες προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού – επαρκή μέτρα προστασίας για τους ανθρώπους της πρώτης γραμμής – κεντρικός έλεγχος των εργαστηριακών ελέγχων – ειδική μέριμνα για ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού
2. Επέκταση της προστασία της πρώτης κατοικίας μετά τον Απρίλιο του 2020 και απαγόρευση πλειστηριασμών μέχρι το τέλος του έτους.
3. Άμεσα μέτρα για την κοινωνική πρόνοια και αλληλεγγύη ύψους 300 εκ ευρώ με αύξηση κατά 50% των αναπηρικών επιδομάτων και του ΚΕΑ
4. Ειδικό επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης με τη μορφή μερίσματος ύψους 1.5 δις ευρώ για να καλυφθούν εργαζόμενοι σε επισφαλείς θέσεις εργασίας – τα γνωστά μπλοκάκια, εργόσημα κλπ – αλλά και μη επιδοτούμενοι άνεργοι, συνολικό μέγεθος 1,7 εκ δικαιούχοι
5. Πλήρης κάλυψη μισθού, ασφαλιστικών εισφορών και δώρου Πάσχα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα μέχρι τέλη Μαΐου και επιδότηση των ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων με ποσό ίσο με το 1/12 του περσινού τους εισοδήματος για κάθε μήνα μέχρι τα τέλη τα Μαΐου. Ύψος παρέμβασης 8,5 δις ευρώ. Μια παρέμβαση που μπορεί να δώσει τη δυνατότητα, όταν βγούμε από τα σπίτια μας να ξαναξεκινήσουμε από εκεί που αφήσαμε τη ζωή μας όταν ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια
6. Αναστολή καταβολής του συνόλου των φορολογικών υποχρεώσεων για έξι μήνες
7. Πάγωμα των δανειακών οφειλών και άλλων τραπεζικών υποχρεώσεων για όσο διαρκεί η υγειονομική κρίση
8. Πρόγραμμα μη επιστρεπτέας ενίσχυσης ύψους 3 δις ευρώ για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δεν έχουν πρόσβαση στον Τραπεζικό δανεισμό με κριτήρια το τζίρο και τους απασχολούμενος
9. Επιτάχυνση εκταμίευσης των πληρωμών του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων
10. Ένα μεγαλόπνοο σχέδιο Ηρακλής, αντίστοιχο δηλαδή αυτού που ετοιμαζόταν για τις τράπεζες, για τις επιχειρήσεις, με παροχή εγγυήσεων από το ελληνικό δημόσιο ύψους 12 δις ευρώ, αντίστοιχο του προγράμματος της ΕΚΤ, ώστε να ενισχυθεί η ρευστότητα τους στην περίοδο της κρίσης.
Τέλος νομίζω ότι πέρα από αυτές τις άμεσες παρεμβάσεις το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να είναι έτοιμο να πράξει ότι χρειαστεί για την διάσωση στρατηγικής σημασίας μεγάλων επιχειρήσεων που ενδεχόμενα να κινδυνεύσουν κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Είναι νομίζω προφανές ότι η χώρα δεν πρέπει να επιτρέψει ούτε κατάρρευση αλλά ούτε και επιθετικές εξαγορές μεγάλων στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων.
Και σε αυτή την λογική πρέπει να κινητοποιήσει κάθε διαθέσιμο εργαλείο επενδύσεων στο μετοχικό κεφάλαιο εταιριών, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικοποίησης εφόσον κριθεί απαραίτητο.
Σε κάθε περίπτωση οι όροι πρέπει να είναι σαφείς :
Το Δημόσιο θα πρέπει να αποκτά μερίδιο σε αυτές τις εταιρίες αντίστοιχο της παρέμβασής του.
Το Δημόσιο δεν μπορεί σήμερα να αρκεστεί στη θέση του παρατηρητή, του σχολιαστή και του απλού εγγυητή της αυθόρμητης κίνησης της αγοράς και της οικονομίας.
Τη στιγμή που οι ιδεοληψίες καταρρέουν έχει έρθει η ώρα το δημόσιο να αναλάβει την ευθύνη με γενναίες πρωτοβουλίες παρέμβασης και αλληλεγγύης.
Νομίζω ότι σε μια πρωτοφανή κοινωνική και οικονομική συνθήκη το πρόγραμμα και οι παρεμβάσεις που σας παρουσίασα είναι αντίστοιχα των κοινωνικών αναγκών αλλά και των αναγκών της οικονομίας.
Γιατί σήμερα το δίλημμα είναι ένα:
Μένουμε όρθιοι με γενναία μέτρα στήριξης της οικονομίας τώρα ή αύριο όταν τελειώσει η πανδημία αντικρίζουμε συντρίμμια και μπαίνουμε σε νέες περιπέτειες, εθνικές περιπέτειες, που δυστυχώς πρόσφατα τις βιώσαμε όλοι και γνωρίζουμε πόσο οδυνηρές είναι.
Σε αυτό το δίλημμα εμείς απαντάμε: Μένουμε όρθιοι με γενναία μέτρα στήριξης της οικονομίας τώρα, ακριβώς επειδή έχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε, κυρίως αξιοποιώντας το μεγάλο μας όπλο, το απόθεμα που έχουμε δημιουργήσει των 37 δις ευρώ για μια έκτακτη ώρα ανάγκης και αυτή η ώρα είναι τώρα.
Σας ευχαριστώ.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Να περάσουμε τώρα στις παρεμβάσεις των Τομεαρχών μας που θα εξειδικεύσουν τις προτάσεις μας.
Ξεκινάμε με την Έφη Αχτσιόγλου, Τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ε. ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ: Ευχαριστώ πολύ. Να επισημάνω και εγώ ότι αυτή τη στιγμή το πρώτιστο μέλημα είναι η διαφύλαξη της υγείας όλων των πολιτών και η υποστήριξη των ανθρώπων που δίνουν τη μεγάλη μάχη στο Εθνικό Σύστημα υγείας.
Σε ό,τι αφορά το οικονομικό πρόγραμμα που παρουσιάζουμε σήμερα, αυτό βασίζεται στην εξής λογική: Επειδή έχουμε να κάνουμε με μια μη δομική στην πραγματικότητα κρίση στην οικονομία, η οποία προκύπτει ακριβώς από τα μέτρα απαγόρευσης και από την καραντίνα, ο στόχος μας είναι να διατηρήσουμε την προσφορά και τη ζήτηση με γενναίες παρεμβάσεις του κράτους, παρεμβάσεις χρηματοδότησης στα επίπεδα, κατά το δυνατόν, που βρίσκονταν τον Φεβρουάριο του 2020. Πριν ξεσπάσει δηλαδή η μεγάλη υγειονομική κρίση.
Να διατηρήσουμε δηλαδή αφενός το επίπεδο του εισοδήματος των πολιτών και την ποιότητα των σχέσεων εργασίας και, από την άλλη, να δώσουμε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να επανεκκινήσουν τη λειτουργία τους από εκεί που σταμάτησαν πριν το ξέσπασμα της κρίσης.
Και αυτή η στόχευση βρίσκεται, κατά την άποψή μου, στον αντίποδα της πολιτικής που ακολουθεί αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση, ιδίως σε ό,τι αφορά το πεδίο των εργασιακών σχέσεων.
Εκεί, με τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας ή και την εκ περιτροπής εργασία, ουσιαστικά προκαλεί ένα κύμα αύξησης της ανεργίας για την επόμενη μέρα και αύξηση των εργαζόμενων φτωχών. Δραματική συρρίκνωση δηλαδή του μισθού και του εισοδήματος των εργαζομένων.
Κατά την άποψή μου, πρόκειται για μια τακτική η οποία βλέπει την παρούσα κρίση ως μια ευκαιρία αναδιάρθρωσης του πεδίου των εργασιακών σχέσεων ώστε, όταν θα ξαναβγούμε από αυτή την υγειονομική κρίση, το πεδίο της εργασίας να είναι πολύ διαφορετικό.
Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού σήμερα, του εργαζόμενου πληθυσμού, μένουν παντελώς ακάλυπτα, ακόμα και από αυτό το πενιχρό επίδομα των 530 ευρώ. Μιλώ για τους εργαζόμενους με μπλοκάκι, για τους εργαζόμενους με εργόσημα, για τους εργαζόμενους με μεροκάματα, για τους εποχικά εργαζόμενους. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αυτή τη στιγμή βρίσκονται κάτω από τα ραντάρ και είναι εντελώς αβοήθητοι. Ήταν αόρατοι για την κυβέρνηση και υπό κανονικές συνθήκες. Νομίζω πως σήμερα γίνονται δυο φορές αόρατοι.
Και μάλιστα την ώρα που η Ευρώπη, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον το ζήτημα της εργασίας, φαίνεται ότι κατανοεί κάποια από τα λάθη της διαχείρισης της κρίσης που έκανε το 2008 και εκπονεί μεγάλα προγράμματα αναπλήρωσης των μισθών από το κράτος και διατήρησης των υφιστάμενων σχέσεων εργασίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά οι ευρωπαϊκοί θεσμοί βάζουν το χέρι βαθιά στην τσέπη με ένα πρόγραμμα στήριξης της εργασίας και των μισθωτών, ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και την ίδια στιγμή, και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι πολιτικές που εκπονούνται είναι πολιτικές αναπλήρωσης του μισθού, απαγόρευσης των απολύσεων και διατήρησης των σχέσεων εργασίας.
Η Ελλάδα, θεωρώ, έχει έναν λόγο παραπάνω για να το κάνει αυτό και με πιο γενναίες παρεμβάσεις, διότι έχει και πάρα πολύ υψηλή ανεργία, που δεν πρέπει επ’ ουδενί να επιβαρυνθεί παραπάνω, ενώ οι εργαζόμενοί της έχουν υποστεί και τεράστια μισθολογική πίεση τα τελευταία 10 χρόνια.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν έχει ως εξής: Στην περίπτωση των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, το κράτος ουσιαστικά να υπεισέλθει στη θέση του εργοδότη ως προς όλες του τις υποχρεώσεις για τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης.
Τούτο σημαίνει πλήρη κάλυψη του μισθολογικού κόστους από το κράτος -μιλάω για την περίοδο από την έναρξη της κρίσης μέχρι και το τέλος Μαΐου. Πλήρη καταβολή του δώρου Πάσχα στους εργαζόμενους από το κράτος. Ένα έκτακτο επίδομα στους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους ίσο με το 1/12 του περσινού εισοδήματος των εργαζόμενων αυτών για τον μήνα, για κάθε μήνα. Ένα ειδικό έκτακτο επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης. Και αυτό είναι το πιο κρίσιμο για τους επισφαλώς εργαζόμενους όπως είπα μπλοκάκια, εργόσημα, εργολαβικοί, δανειζόμενοι, μη επιδοτούμενοι άνεργοι, συνολικού ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, που θα πρέπει να δοθεί σε δυο βάσεις για να μπορέσει να καλύψει μια περίοδο 6 μηνών γι’ αυτούς τους ανθρώπους.
Κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων, των αυταπασχολούμενων και των ελευθέρων επαγγελματιών που πλήττονται για την ίδια περίοδο που πληρώνονται και οι μισθοί, που καλύπτονται και οι μισθοί. Μια απευθείας ενίσχυση των κτηνοτρόφων και των αγροτών ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ.
Επέκταση του επιδόματος ανεργίας σε όλους τους εποχικά εργαζόμενους, σε όλους, επαναλαμβάνω, τους εποχικά εργαζόμενους όχι μόνο επιλεκτικά, όπως κάνει η κυβέρνηση σε όσους λήγουν τώρα τα επιδόματα ανεργίας τους. Εννοείται, απόλυτη απαγόρευση απολύσεων γι’ αυτή την περίοδο και ακύρωση των απολύσεων που έγιναν τον μήνα Μάιο.
Παράταση ισχύος για τις συλλογικές συμβάσεις που λήγουν αυτή την περίοδο και δεν έχουν την δυνατότητα να επαναδιαπραγματευτούν ακριβώς λόγω της καραντίνας τα δυο μέρη, οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι. Άρα, παράταση ισχύος για 6 μήνες. Απαγόρευση δυσμενούς μετατροπής των συμβάσεων. Δηλαδή, από πλήρους απασχόλησης να γίνουν μερικής, για παράδειγμα.
Μια κατά τη γνώμη μου αυτονόητη μετενέργεια. Δηλαδή, αφού το κράτος θα καλύψει πλήρως το μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων, αυτές θα πρέπει να διατηρήσουν στη συνέχεια τις συμβάσεις εργασίας για 6 μήνες.
Ρύθμιση για τον μη συμψηφισμό των ημερών μη εργασίας λόγω κορωνοϊού με τις τακτικές άδειες των εργαζομένων από την έναρξη της κρίσης. Και προστασία των εργαζόμενων σε επιχειρήσεις που συνεχίζουν αυτή τη στιγμή να λειτουργούν και μάλιστα λειτουργούν ακόμη πιο εντατικά, όπως είναι τα σούπερ μάρκετ και οι εργαζόμενοι στα delivery.
Τα μέτρα είναι απολύτως κοστολογημένα, όπως είπε και ο Πρόεδρος. Το πακέτο που αφορά τον κόσμο της εργασίας είναι συνολικά 9,7 δισ. ευρώ μαζί με το έκτακτο επίδομα για τους επισφαλώς εργαζόμενους. Είναι όμως στην πραγματικότητα όχι μόνο μέτρα για τους εργαζόμενους, αλλά και μέτρα για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, αφού με αυτό τον τρόπο αναπληρώνουν σχεδόν το σύνολο του κόστους.
Οι διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης υπέρ-επαρκούν για την υλοποίησή τους. Το ζήτημα λοιπόν πια είναι μόνο η πολιτική βούληση και η στρατηγική στόχευση για την κοινωνία. Και το ερώτημα είναι εάν θέλουμε μια οικονομία με επίκεντρο την εργασία, ή μια οικονομία της απορρύθμισης και των εργαζόμενων φτωχών.
Εμείς έχουμε κάνει την επιλογή μας και καταθέτουμε την πρότασή μας. Ευχαριστώ πολύ.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Ευχαριστούμε πολύ Έφη. Να περάσουμε στον Τομεάρχη Οικονομίας τον Νίκο Παππά.
Ν. ΠΑΠΠΑΣ: Ευχαριστώ πολύ, Αλέξη. Είναι προφανές ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα, όπως είπε και ο Πρόεδρος και ανέφερε και η Έφη πριν, η κατάσταση θα χειροτερέψει.
Δυστυχώς, ο κόσμος των επιχειρήσεων αυτή τη στιγμή, δεν βλέπει τις γενναίες παρεμβάσεις που άλλες χώρες έχουν δρομολογήσει για την προστασία, τη λειτουργία των επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση τη διάσωση θέσεων εργασίας.
Οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες προχωρούν σε πολύ μεγάλα προγράμματα εγγυήσεων, τα οποία εγγυώνται στις επιχειρήσεις κεφάλαια κίνησης που θα τους επιτρέψουν να επιβιώσουν μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση.
Τίποτα τέτοιο δυστυχώς δεν έχουμε δει εδώ πέρα. Πρώτα και πάνω απ’ όλα βέβαια, πρέπει να είναι η ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, όπως είπανε και οι προλαλήσαντες, διότι όσο πιο γρήγορα κλείσουμε με τα περιοριστικά μέτρα, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε και την ομαλή οικονομική λειτουργία.
Δυστυχώς, αυτή τη στιγμή ενώ θα μπορούσε να είναι έτσι, οι μηχανισμοί εγγυοδότησης για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, κυρίως, οι οποίες θα κινδυνεύσουν και κυρίως οι επιχειρήσεις οι οποίες δεν έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα, δεν είναι σε θέση ν’ ανταποκριθούν από την επαύριο.
Γι’ αυτό λοιπόν, όπως προαναφέρθηκε, προκρίνουμε ένα πρόγραμμα άμεσης ενίσχυσης των ελληνικών επιχειρήσεων ύψους 3 δις εκ. ευρώ, εκ των οποίων τα 200 εκατομμύρια ευρώ πρέπει να διοχετευθούν στον κλάδο του τουρισμού μέσω ενός μεγάλου προγράμματος ενίσχυσης του κοινωνικού τουρισμού. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η Ελλάδα έχει μεγάλο κομμάτι της συνολικής της παραγωγής, μεγάλο κομμάτι του ΑΕΠ, να εξαρτάται από την πορεία αυτού του κλάδου.
Άρα, για να μην έχουμε τεράστια αρνητικά αποτελέσματα σε σχέση με την πορεία του τουριστικού κλάδου, θα πρέπει να παρέμβουμε γρήγορα.
Η ενίσχυση των επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνει με κριτήριο τον τζίρο τους, βεβαίως, αλλά και τις θέσεις απασχόλησης που είχαν την προηγούμενη χρονιά. Ταυτόχρονα, πρέπει να προχωρήσει η επιτάχυνση και των εκταμιεύσεων των υποχρεώσεων του κράτους προς τον κατασκευαστικό κλάδο, αλλά και η επανεκκίνηση των μεγάλων έργων υποδομής. Είναι έργα υποδομής τα οποία εμείς τα είχαμε δρομολογήσει, έργα υποδομής με εξασφαλισμένη τη χρηματοδότησή τους και έργα υποδομής τα οποία για κάθε ευρώ δαπάνης στο δημόσιο επιστρέφει το 40% με 50% με τη μορφή φόρων εισφορών και άλλων. Πάρα πολλά είναι τα παραδείγματα. Από τον βόρειο οδικό άξονα της Κρήτης, την Πατρών – Πύργου, τον Ε-65, το μετρό της Θεσσαλονίκης, της γραμμής 4 του μετρό της Αθήνας, πραγματικά ων ουκ έστιν αριθμός.
Θα πρέπει να αξιοποιηθεί πάρα πολύ γρήγορα η δυνατότητα που έχει δώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την έκτακτη ρευστότητα που αφορά την πανδημία. Ένα νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το οποίο δεν έχει να κάνει με τα προηγούμενα. Συμμετέχει λοιπόν η Ελλάδα και θα πρέπει πάρα πολύ γρήγορα να αξιοποιηθεί αυτό το εργαλείο και οι τράπεζες να δανειοδοτήσουν την επιχειρηματικότητα.
Δυστυχώς, όπως είπα και στην αρχή, δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή η χώρα μας σε θέση να έχει τα εργαλεία για να βοηθήσει ειδικά τις επιχειρήσεις, οι οποίες θα υποστούν το πολύ μεγάλο πλήγμα. Η κυβέρνησή μας είχε ήδη ψηφίσει τον νόμο συγκρότησης, μετασχηματισμού του ΕΤΕΑΝ σε Αναπτυξιακή Τράπεζα. Άρα, υπάρχει Αναπτυξιακή Τράπεζα, αλλά θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για να οικοδομήσει το λειτουργικό εκτόπισμα και την αποτελεσματικότητα για να μπορέσει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της οικονομίας.
Εμείς θέλουμε αυτή η Τράπεζα, η Αναπτυξιακή Τράπεζα, να γίνει επί της ουσίας η τράπεζα της ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας, να αναλάβει δηλαδή τη διαδικασία επανάκαμψης συνολικά. Μέσα στην τράπεζα αυτή, προτείνουμε τη δημιουργία ενός Ταμείου Αλληλεγγύης Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων, ένα Ταμείο το οποίο θα κληθεί στο αμέσως επόμενο διάστημα να διαχειριστεί ένα μεγάλο πακέτο εγγυήσεων για να μπορέσουν να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις μας.
Σε κάθε περίπτωση, έχουν ήδη αναφερθεί, το πρόγραμμά μας περιέχει και μέτρα αποτροπής της χρεοκοπίας. Και μετακύληση πληρωμών, αλλά και βεβαίως μέτρα σε σχέση με τη διευκόλυνση όσον αφορά τις τραπεζικές επιταγές, όπου εκεί πρέπει να γίνει μια διαχείριση που θα αποτρέπει το αντίστροφο ντόμινο στην οικονομία. Δηλαδή και να μη σφραγίζονται οι επιταγές και να μπορούν να εισπράττονται από το τραπεζικό σύστημα. Το τραπεζικό σύστημα δηλαδή να μπορεί να τις προεξοφλεί, βεβαίως με την προϋπόθεση ότι παρουσιάζουν τα απαραίτητα παραστατικά και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων βεβαιώνει την πράξη.
Το πρόγραμμά μας έχει στοιχεία καθολικότητας, έχει δει όλες τις πτυχές, είναι απολύτως κοστολογημένο και βεβαίως είναι ένα πρόγραμμα το οποίο το καταθέτουμε αυτή τη στιγμή, το έκανε καθαρό και ο Πρόεδρος και η Έφη πριν. Ενδεχομένως, η οικονομία μας να χρειάζεται και άλλα μέτρα, εάν επικρατήσει η λογική της αδράνειας.
Η οικονομία μας έχει πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αυτά πρέπει να ληφθούν υπ` όψιν, πρέπει να δράσουμε άμεσα και με έμφαση τώρα.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Ευχαριστούμε, Νίκο. Τον λόγο τώρα έχει ο Τομεάρχης Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος.
ΕΥΚ. ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ: Οι πρώτες μας σκέψεις αυτή τη στιγμή είναι η υγειονομική κρίση και πώς επηρεάζει τους Έλληνες και τις Ελληνίδες αλλά και σε άλλες χώρες που ζουν δραματικές στιγμές όπως στην Ισπανία και στην Ιταλία. Αλλά χρειάζεται να κοιτάξουμε και την επόμενη μέρα και τι θα γίνει ακριβώς όταν τελειώσει αυτή η υγειονομική κρίση.
Νομίζω ότι το πακέτο που παρουσιάζουμε σήμερα είναι τολμηρό και ρεαλιστικό. Είναι ρεαλιστικό, γιατί είναι τολμηρό. Είναι ρεαλιστικό γιατί δεν βασίζεται σε παραπάνω πράγματα που εμείς θα θέλουμε να δούμε στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αύριο υπάρχει ένα πολύ σημαντικό Eurogroup όπου θα συζητηθεί και το ευρωομόλογο. Και θεωρώ ότι η έλλειψη αμοιβαιοποίησης και αλληλεγγύης σε χώρες σαν την Ιταλία, αυτή τη στιγμή, είναι ένας υπαρξιακός κίνδυνος για την Ευρωζώνη την ίδια.
Αλλά το δικό μας πρόγραμμα που παρουσιάζουμε σήμερα δεν εξαρτάται στα έξτρα πράγματα που θα θέλαμε να δούμε στην Ευρώπη. Είναι και ρεαλιστικό και στο ελληνικό επίπεδο, στο επίπεδο της δικής μας χώρας γιατί, ενώ αναλύουμε και ανέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας ο Πρόεδρος, ότι υπάρχουν διαθέσιμα πάνω από 40 δις, εμείς δεν σκοπεύουμε ούτε προτείνουμε να ξοδευτεί όλο αυτό το ποσό. Και γι` αυτό, από τα 41 δις περιοριζόμαστε σε μια δαπάνη 26 δις, δηλαδή 12 δις από τις εγγυήσεις και 14,3 καθαρό δημοσιονομικό κομμάτι.
Είναι ρεαλιστικό, επίσης, επειδή αυτή η άμεση δημοσιονομική ένεση, και αυτό που είχε πει λίγο πριν από εμένα ο Νίκος για την αδράνεια, ξέρουμε ότι στην αδράνεια ένα πράγμα που σταματάει, είναι πολύ δύσκολο μετά να το σπρώξεις να πάρει μπρος. Ενώ, αν συνεχίσει η πορεία, περιορίσεις πόσο γρήγορα καθυστερήσει, είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση.
Γι` αυτό τονίζουμε το εμπροσθοβαρές κομμάτι του προγράμματός μας: Ότι κάποια πράγματα πρέπει να γίνουν τώρα, ότι πρέπει να στηρίξουμε τις θέσεις εργασίας, τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, τις επιχειρήσεις, τώρα. Για να μην σταματήσει η κοινωνία και η οικονομία και να χρειαστεί μετά να τη σπρώξουμε ξανά να πάρει μπρος και να χρειαστεί ακόμη περισσότερα μέτρα η κυβέρνηση.
Αν ο κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση, όλα αυτά που λέμε, τα έκανε σταδιακά, θα ήταν χειρότερο για την οικονομία. Να έκανε ό,τι λέμε, κομμάτι – κομμάτι. Εμείς λέμε ότι ο ρεαλισμός είναι να κάνει αυτό το πακέτο. Αν δεν αρέσουν στην κυβέρνηση συγκεκριμένα μέτρα να τα συζητήσουμε, αλλά αυτά τα μέτρα ή κάτι σαν αυτά, αν έχει άλλες προτεραιότητες, στο ποσό είναι πολύ σημαντικό να γίνει τώρα και να μην γίνει μετά.
Βεβαίως εμείς, ως ΣΥΡΙΖΑ, έχουμε και πολλά ποιοτικά στοιχεία που βάζουμε. Τα είπε πολύ καλά η Έφη, τα είπε και ο Πρόεδρος, ποιοτικά στοιχεία ειδικά για τον κόσμο της εργασίας. Έχει τεράστια σημασία για μας να βγει ο κόσμος της εργασίας μετά από αυτή την κρίση όχι διαλυμένος, όχι με καινούργιες εργασιακές σχέσεις, αλλά με αγοραστική δύναμη και να μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή του κανονικά. Που σημαίνει να μπορεί να δαπανά, να βγαίνει έξω, να ξοδεύει.
Και το ίδιο ισχύει και για τις επιχειρήσεις που είπε ο Νίκος. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την κρίση, να βγούμε από αυτή την κρίση, αν δεν έχουμε τα εφόδια, που τα περιέγραψε, να μπορούν να συνεχίσουν τις δραστηριότητες.
Άρα, έχουμε έναν φάκελο 40 δις, ξοδεύουμε 26 δις (14,6 από τις δαπάνες και 12 δις εγγυήσεις) ακριβώς για να κρατήσουμε την οικονομία και την κοινωνία όρθια τώρα και όταν τελειώσει η υγειονομική κρίση να μπορούμε να έχουμε μια γρήγορη ανάπτυξη.
Ο μεγάλος κίνδυνος είναι αν δεν πράξουμε τώρα, να φτάσουμε κάποτε στο φθινόπωρο, που όλοι ελπίζουμε ότι θα έχει τελειώσει το καθαρά υγειονομικό κομμάτι της κρίσης, να είμαστε σε μια στασιμότητα για πολλά χρόνια.
Σε αυτό μας βοηθάει το μαξιλάρι και είναι το τελευταίο κομμάτι που μας δίνει τον ρεαλισμό, γιατί ένα κομμάτι του μαξιλαριού (όχι όλο) δεν προσθέτει ό,τι δαπάνη κάνουμε, στο χρέος. Και άρα είμαστε σε πιο ευνοϊκή κατάσταση από άλλες οικονομίες που έχουν χειρότερο υγειονομικό πρόβλημα όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Είμαστε σε καλύτερη θέση να δράσουμε τώρα και να αποτρέψουμε αυτό τον κίνδυνο της αδράνειας.
Ρεαλιστικό σχέδιο, τολμηρό σχέδιο. Πρέπει να εμπλακεί η κυβέρνηση με τα οικονομικά επιχειρήματα. Να μην ακούσουμε ευχολόγια ότι είναι λαϊκιστές, ότι δεν υπολογίζουν το κόστος. Να μας εξηγήσουν τη δική τους ανάλυση για πού είμαστε, τι προβλέπουν για την ύφεση και πώς μπορούμε να τα αντιμετωπίσουμε αυτά.
Δεν είναι η στιγμή να ανταλλάξουμε επιθέσεις ποιος είναι ο λαϊκιστής, ποιος είναι σκληρός και ποιος είναι συντηρητικός. Είναι η στιγμή να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση γιατί χρειάζεται να κρατήσουμε την οικονομία, την κοινωνία, τον κόσμο της εργασίας όρθιο σε αυτή την κρίση και να την ξεπεράσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται. Ευχαριστώ πολύ.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Σε ευχαριστούμε κι εμείς Ευκλείδη για την παρέμβασή σου. Ολοκληρώσαμε τον κύκλο των παρεμβάσεων των Τομεαρχών μας.
Θα προχωρήσουμε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Να ευχαριστήσω κατ’ αρχάς όλους τους δημοσιογράφους που συμμετέχουν σε αυτή τη συνέντευξη Τύπου μέσω της υποβολής ερωτήσεων.
Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε όσες περισσότερες μπορούμε. Ξεκινάμε κατευθείαν με τη Γεωργία Αλατσοπούλου από την ΕΡΤ3.
Γ. ΛOΤΣΟΠΟΥΛΟΥ («ΕΡΤ3»): Κύριε Πρόεδρε, κατά τη συζήτηση στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός τόνισε πως όποιος προτείνει περισσότερες δαπάνες τώρα, ρίχνει τη χώρα σε νέα μνημόνια. Πώς το σχολιάζετε;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι έκανα μια προσπάθεια να το εξηγήσω και στην εισαγωγική μου τοποθέτηση και το εξήγησε, νομίζω, και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Το αντίθετο. Εάν δεν δράσουμε έγκαιρα, τότε υπάρχει μεγάλος κίνδυνος. Νομίζω ότι το παράδειγμα που έδωσε ο Ευκλείδης αξιοποιώντας τον νόμο της αδράνειας, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα για να καταλάβει και ο μέσος ακροατής μας που εν πάση περιπτώσει δεν απαιτούμε να έχει και γνώσεις στα οικονομικά, να καταλάβει το πολύ απλό. Όταν έχεις ένα αντικείμενο το οποίο είναι σε κίνηση, για να το σπρώξεις και να ξαναπάρει μπροστά είναι πολύ λιγότερη η δύναμη την οποία χρειάζεσαι, από ό,τι εάν έχει σταματήσει και πρέπει να βάλεις δύναμη για να του δώσεις ώθηση από την αρχή.
Έτσι είναι και η οικονομία. Εάν βαλτώσει, οι ανάγκες τις οποίες θα χρειαστούμε για να την επανεκκινήσουμε, η δύναμη που θα χρειαστούμε, η οικονομική δύναμη που θα χρειαστούμε για να την επανεκκινήσουμε θα είναι πολλαπλάσια αυτής που χρειαζόμαστε τώρα, που βεβαίως έχει χάσει την κίνησή της, αλλά δεν έχει σταματήσει ολοκληρωτικά. Αυτή είναι η λογική μας. Μια πάρα πολύ απλή λογική. Αυτό παλεύουν σήμερα όλες οι ευρωπαϊκές χώρες ζητώντας, διεκδικώντας από την Ευρωπαϊκή Ένωση να τους δώσει ρευστότητα δίχως να αυξήσουν τον δανεισμό τους. Δίχως να επιβαρύνουν το χρέος τους. Γι’ αυτό παλεύουν για το ευρωομόλογο.
Εμείς έχουμε τη δυνατότητα να το πράξουμε αυτό ανεξαρτήτως το τι θα κερδίσουμε. Και μακάρι να κερδίσουμε στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ακριβώς επειδή έχουμε αυτό τον κουμπαρά, είναι οι θυσίες και οι κόποι του ελληνικού λαού, δεν είναι κάτι ξένο, αλλά μπορούμε σήμερα να δώσουμε όσα χρειάζονται στο βαθμό και που όλοι ευχόμαστε ότι αυτή η κρίση δεν θα διαρκέσει επ’ άπειρο, θα είναι μια κρίση lock down για δυο μήνες, τρεις μήνες, συνολικά. Ελπίζουμε να είναι τόσο. Έχουμε τις δυνατότητες να καλύψουμε τις απαραίτητες ανάγκες μισθολογικού, ασφαλιστικού κόστους, έχουμε τη δυνατότητα να δώσουμε ρευστότητα, αλλά και ζεστό χρήμα στις επιχειρήσεις, προκειμένου την επόμενη ημέρα, όταν θα επανεκκινήσουν, να είναι σχεδόν στα επίπεδα, δεν θα είναι ακριβώς, στα επίπεδα που ήταν όταν ξεκίνησε αυτή η κρίση για να μπορέσει να γίνει πράξη αυτό που λένε οι οικονομολόγοι, το V. Δηλαδή, η ύφεση θα έχει άμεση αντανάκλαση αντίστοιχη της πτωτικής της πορείας στη γραφική της παράσταση αμέσως μετά την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Αλλιώς, ξέρουμε ποια θα είναι η εξέλιξη. Την έχουμε ζήσει. Και την έχουμε ζήσει πολύ πρόσφατα. Άρα λοιπόν η απάντηση στην ερώτηση της κυρίας Λοτσοπούλου είναι ότι ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Εάν δεν υπάρξουν δαπάνες ρεαλιστικές, δεν μιλάμε για υπερβολικές δαπάνες, αλλά ποιοτικές, στοχευμένες και άμεσα, έγκαιρα, ο χρόνος είναι καθοριστικός, πολύ φοβόμαστε ότι αυτό το οποίο θα χρειαστούμε να δαπανήσουμε θα υπερβαίνει τις αποταμιεύσεις μας και άρα θα χρειαστεί να πάμε στον δανεισμό. Και δεν ξέρουμε εάν οι συνθήκες θα μας το επιτρέψουν να συμβεί αυτό, αλλά τότε είναι που θα διακινδυνεύσουμε νέα μνημόνια.
Γ. ΤΣΑΚΙΡΗΣ («ΑΝΤ1»): Απ’ ό,τι φαίνεται κ. Πρόεδρε ούτε μια πανδημία δεν είναι ικανή να αλλάξει τα μυαλά του Βερολίνου για το ευρωομόλογο. Χωρίς αυτό το πολύτιμο εργαλείο και ενώ δεν γνωρίζουμε πόσο ακόμα θα κρατήσει αυτή η κρίση, πόσο θα αντέξει η ελληνική οικονομία; Για πόσο χρονικό διάστημα θα μπορεί να καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων και των επιχειρήσεων ενώ έχει κατεβάσει ρολά;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Καταρχάς, όπως είπα και πιο πριν, το πρόγραμμα το οποίο εμείς εξαγγείλαμε σήμερα είναι ένα πρόγραμμα εξάμηνης διάρκειας που προβλέπει την κάλυψη αυτών των αναγκών σε πλήρες επίπεδο μάλιστα μέχρι και τον μήνα Μάιο.
Αντιλαμβάνεστε βεβαίως ότι εάν βρεθούμε στο σενάριο εκείνο το απευκταίο, που η πανδημία αυτή αναγκάσει την ανθρωπότητα σε πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα καθήλωσης, τότε δεν θα μιλάμε για την αδυναμία της ελληνικής οικονομίας μόνο. Θα μιλάμε για μια μεγάλη αδυναμία της παγκόσμιας και της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Άρα, λοιπόν, ας ευχηθούμε όλα αυτά τα σενάρια τα απευκταία να μην είναι τα ρεαλιστικά σενάρια που έχουμε μπροστά μας. Και σε κάθε περίπτωση, εμείς πρέπει να σχεδιάσουμε με τα δυσκολότερα δυνατά, αλλά ρεαλιστικά, σενάρια που έχουμε μπροστά μας. Αυτό κάνουμε και αυτή την πρόταση καταθέτουμε.
Στο απευκταίο σενάριο, πιστεύω ότι εκεί αντιλαμβάνεστε πως όλο το ευρωπαϊκό πλαίσιο θα μπει σε μια τελείως διαφορετική τροχιά και όλη η παγκόσμια οικονομία σε μια τελείως διαφορετική τροχιά για να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους και τέτοιου μεγέθους φαινόμενα τα οποία θα προκύψουν.
ΣΠ. ΓΚΟΥΤΖΑΝΗΣ («ΑΠΕ»): Τις τελευταίες ημέρες, βλέπουν το φως της δημοσιότητας σενάρια εκλογών. Καθώς η επιδημία αλλάζει όλα τα δεδομένα και όχι μόνο στην οικονομία, θα θεωρούσατε θεμιτό τα κόμματα να προσφύγουν στον λαό για να εγκρίνει την πρόταση για την ανασυγκρότηση της οικονομίας και συνολικότερα της χώρας;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Μου είναι αδιανόητο τούτη την ώρα που μετράμε νεκρούς, τούτη την ώρα που μετράμε συνανθρώπους μας στις κλίνες της εντατικής θεραπείας, η σκέψη των πολιτικών δυνάμεων και των δημοσιολόγων, δημοσιογράφων, αναλυτών να είναι σε κέρδη ή οφέλη και εκλογικές αναμετρήσεις.
Μου είναι απολύτως αδιανόητο και δεν θα ήθελα να μπω καν σε μια τέτοια συζήτηση.
Υ. ΚΛΑΠΑ («MEGA»): Κύριε Πρόεδρε, έχετε προτείνει ευρωπαϊκή λύση, όπως το ευρωομόλογο, ακόμα και χωρίς τη Γερμανία και την Ολλανδία. Με φόντο την κρίση που προκαλεί η πανδημία, βρίσκεστε σε επαφή με Ευρωπαίους αξιωματούχους που συμφωνούν με αυτή την προοπτική;
Αν δεν βρεθεί κοινός τόπος, θα ζητήσετε Συμβούλιο Πολιτικών αρχηγών τόσο για τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας, όσο και για την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Καταρχάς, εγώ Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών έχω ζητήσει και πριν την έναρξη της κρίσης της πανδημίας, σε ό,τι αφορά τις εξελίξεις τις γεωπολιτικές και τις δυσκολίες που έχει να αντιμετωπίσει η χώρα.
Ο Πρωθυπουργός είναι αυτός ο οποίος κάθε φορά αποφασίζει και κρίνει εάν πρέπει να συγκληθεί το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών, καθώς με βάση το Σύνταγμα αυτός είναι που έχει την ευθύνη να ζητήσει από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας να το συγκαλέσει.
Ως εκ τούτου, εγώ αυτή τη στιγμή το μόνο στο οποίο θα αρκεστώ να πω είναι ότι ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να κρίνει. Είναι νομίζω εμφανές ότι αυτή η κυβέρνηση έχει την τύχη να έχει μια αντιπολίτευση που δυστυχώς η δική μας κυβέρνηση δεν βρέθηκε στην ίδια τύχη. Σε κρίσιμες στιγμές για τη χώρα. Εθνικά κρίσιμες στιγμές.
Έχει μια αντιπολίτευση και αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και τα άλλα κόμματα, που προτάσσουμε το κοινωνικό συμφέρον αυτή την ώρα και κάνουμε, νομίζω, παρεμβατική αντιπολίτευση με προτάσεις, κριτική, αλλά και με προτάσεις.
Συνεπώς, εάν ο Πρωθυπουργός πιστεύει ότι όλες αυτές τις δυσκολίες δεν χρειάζεται να τις αντιμετωπίσει με τη συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, θα κριθεί ο ίδιος στο τέλος της ημέρας γι’ αυτή την επιλογή.
ΑΔ. ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ («iefimerida.gr»): Τα μέτρα που εξαγγείλατε έχουν κόστος σχεδόν 30 δισεκατομμύρια ευρώ. Καλείτε μάλιστα την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει το μαξιλαράκι ασφαλείας από το οποίο όμως 16 δισεκατομμύρια ευρώ είναι δάνεια του ESM που προορίζονται για το χρέος.
Με δεδομένο λοιπόν ότι το επόμενο διάστημα οι κρατικές δαπάνες θα είναι ιδιαίτερα αυξημένες και τα έσοδα πολύ μειωμένα, πού θα βρεθούν τα λεφτά για την υλοποίηση του προγράμματος που προτείνετε;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Μάλλον εστάλησαν οι ερωτήσεις λίγο πριν την ανάλυσή μας.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Η συγκεκριμένη ερώτηση έχει σταλεί μάλλον πριν δούνε τη συνολική παρουσίαση.
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Στην παρουσίασή μας αυτό ακριβώς εξηγήσαμε. Το μαξιλάρι, το απόθεμα ασφαλείας είναι στα 37 περίπου δισεκατομμύρια ευρώ. Από αυτά τα 16,5 είναι κλειδωμένα – εντός εισαγωγικών – γιατί πρέπει να πάνε, να είναι εκεί για να αντιμετωπίσουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του ελληνικού δημοσίου το επόμενο διάστημα.
Άρα, λοιπόν, αν αφαιρέσουμε από τα 37 τα 16,5, μένουν περίπου 20 και κάτι δισεκατομμύρια ευρώ τα οποία είναι ταμειακά διαθέσιμα. Από αυτά τα 20 δισεκατομμύρια, μάλιστα, η μεγάλη πλειοψηφία, γύρω στα 13 δισεκατομμύρια, δεν είναι και δανεικά. Είναι χρήματα τα οποία ήταν τα πλεονάσματα πάνω από τον στόχο των προηγούμενων ετών. Είναι δηλαδή οι κόποι και οι θυσίες του ελληνικού λαού που η εκάστοτε κυβέρνηση είναι αυτή η οποία πρέπει να κρίνει πότε και εάν και με ποιο τρόπο μπορεί να τα αξιοποιήσει.
Βεβαίως, επειδή εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε ένα θέμα το οποίο κατά την άποψή μου υπερβαίνει βεβαίως την ευθύνη ενός κόμματος, μιας κυβέρνησης, θεωρώ απαραίτητο και επιβεβλημένο, πόσο δε μάλλον όταν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν αυτή η οποία φρόντισε ώστε να υπάρξει αυτή η μεγάλη και σημαντική δυνατότητα σήμερα, θεωρώ απαραίτητο και επιβεβλημένο να υπάρχει συνεννόηση ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις για το πώς και με ποιο τρόπο θα αξιοποιηθούν αυτά τα χρήματα.
Εμείς λοιπόν σήμερα προτείνουμε αυτά τα χρήματα, αυτό το απόθεμα, να αξιοποιηθεί εμπροσθοβαρώς με μια σειρά από παρεμβάσεις τις οποίες εξηγήσαμε, που θα δώσουν τη δυνατότητα όταν ξυπνήσουμε από αυτή τη βαθιά περιπέτεια, όταν βγούμε από τα σπίτια μας, να μην αντικρίζουμε συντρίμμια. Συντρίμμια ανέργων, λουκέτων στις επιχειρήσεις και κοινωνικής διάλυσης.
Γ. ΦΑΣΟΥΛΑΣ («ΕΡΤ»): Κύριε Πρόεδρε, μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης, βλέπετε νέο κύκλο μνημονίων σε Ελλάδα και Ευρώπη;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Ακριβώς αυτό προσπάθησα να αναλύσω όσο πιο παραστατικά μπορούσα, να εξηγήσω τον λόγο για τον οποίο είμαι ανήσυχος. Και αρκετές φορές στην εισήγησή μου χρησιμοποίησα τον όρο «να πούμε την αλήθεια, να μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας, σ’ αυτή την κρίσιμη ώρα απέναντι στον ελληνικό λαό».
Η οικονομία της χώρας αλλά και η οικονομία της Ευρώπης, η παγκόσμια οικονομία, μπαίνει σε μια μεγάλη περιπέτεια, με διαφορετικούς όρους απ’ αυτήν που μπήκαμε βεβαίως το 2010. Τώρα έχουμε μια συμμετρική, παγκόσμια κρίση που ξέρουμε ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει και θα επανέλθει η ζωή στους κανονικούς ρυθμούς, θα επανέλθει προφανώς η δυνατότητα προσφοράς και ζήτησης.
Άρα, οφείλουμε να επέμβουμε, εφόσον αυτό το γνωρίζουμε, ώστε να διατηρήσουμε όσο πιο ψηλά μπορούμε το επίπεδο της προσφοράς και της ζήτησης, ενισχύοντας επιχειρήσεις και εργαζομένους ώστε, όταν έρθει εκείνη η ώρα, να ανακάμψει πιο γρήγορα η ελληνική οικονομία.
Εξήγησα λοιπόν και το επαναλαμβάνω, αν δεν το κάνουμε, θα είναι πολλαπλάσιες οι δαπάνες που θα χρειαστεί να δώσουμε για να αντιμετωπίσουμε την ύφεση και την κοινωνική διάλυση και την ανεργία και τα λουκέτα στις επιχειρήσεις. Αυτά τα χρήματα λοιπόν που έχουμε αυτή τη στιγμή στον κουμπαρά μας, αν δεν τα διαθέσουμε για να διατηρηθεί η οικονομία ψηλά, αύριο δεν θα φτάνουν για να αντιμετωπίσουν την κρίση που θα έχει δημιουργηθεί κι εκεί μπορεί να βρεθούμε μπροστά στην ανάγκη νέου δανεισμού.
Δεν ξέρουμε ποιες θα είναι οι εξελίξεις στην Ευρώπη. Μακάρι να είναι θετικές. Αύριο έχει ένα κρίσιμο Eurogroup. Αλλά, επειδή δεν ξέρουμε ποιες θα είναι αυτές οι εξελίξεις, θεωρούμε ότι ο κίνδυνος αν δεν δράσουμε τώρα, είναι κίνδυνος πραγματικός, είναι κίνδυνος υπαρκτός, γι’ αυτό και σήμερα κρούουμε τον κώδωνα του κινδύνου. Δεν είναι θέμα ιδεολογίας, δεν είναι θέμα άποψης οικονομικής, είναι θέμα ρεαλισμού. Οι παρεμβάσεις πρέπει να γίνουν τώρα.
Χ. ΤΣΙΓΟΥΡΗΣ («OPEN TV»): Στις ΗΠΑ, την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου, περίπου 6,5 εκατομμύρια Αμερικανοί έμειναν άνεργοι και αιτήθηκαν επίδομα ανεργίας. Ποια εκτίμηση έχετε κάνει για την Ελλάδα; Πόσοι θα είναι οι άνεργοι τον Ιούνιο, αν πάμε σε σταδιακή άρση των μέτρων από τα μέσα Μαΐου;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Δεν θέλω να κάνω εφιαλτικές προβλέψεις, αλλά αντιλαμβάνεστε για ποιο λόγο η συντηρητική και ακραία νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση του Τραμπ ήρθε σε απόλυτη συμφωνία με τους Δημοκρατικούς για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα δημοσιονομικής παρέμβασης, ύψους κοντά στο 6% του ΑΕΠ των ΗΠΑ. Βεβαίως, εκεί το ΑΕΠ είναι πολύ μεγαλύτερο από τα νούμερα της Ελλάδας. Μιλάμε για 2,3 τρισεκατομμύρια δολάρια. Είναι η άμεση δημοσιονομική παρέμβαση στις ΗΠΑ.
Εμείς συζητάμε σήμερα για μια παρέμβαση 14,3 δισεκατομμυρίων. Ακριβώς λοιπόν επειδή βλέπουμε ότι αυτό το οποίο έρχεται δε θα είναι αντιμετωπίσιμο, παρεμβαίνουμε όπως στις ΗΠΑ παρενέβησαν με αντίστοιχο τρόπο και στην κρίση του 2008 κόβοντας χρήμα. Στην Ευρώπη υπάρχουν δεσμεύσεις, υπάρχουν δυσκολίες, υπάρχουν αδυναμίες, υπάρχει κρίση χρέους αλλά ακόμα εμείς έχουμε τη δυνατότητα, επαναλαμβάνω, χωρίς να επιβαρύνουμε ούτε για ένα ευρώ το χρέος μας, να ακολουθήσουμε παρόμοιες τακτικές ώστε να βρεθούμε σε πολύ καλύτερη θέση την επόμενη μέρα. Να έχουμε τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
Ε. ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ («newsit.gr»): Όταν μιλάτε για πακέτο ρευστότητας με εγγυήσεις δανείου τι εννοείτε; Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ένας πολίτης θα φορτωθεί νέο δάνειο και άρα θα έχει αύξηση στο ιδιωτικό του χρέος;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Όχι, δεν μιλάμε για δανειοδότηση ιδιωτών, αλλά για εγγυήσεις δανείων προς επιχειρήσεις. Μιλάμε για εγγυήσεις από τη ρευστότητα που μας παρέχει αυτή τη στιγμή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς τις ελληνικές τράπεζες, εγγυήσεις ύψους 12 εκατομμυρίων ευρώ, για να υπάρξει δυνατότητα εγγυοδοσίας προς τις επιχειρήσεις. Από ‘κει και πέρα, νομίζω ότι έκανα σαφές στην τοποθέτησή μου ότι για τους εργαζομένους, για τους αυτοαπασχολούμενους αλλά και για τους άνεργους και για τους επισφαλώς εργαζομένους, προτείναμε μια σκαλέτα μέτρων άμεσης ενίσχυσης και όχι δανειοδότησης. Είτε αυτή η ενίσχυση είναι με την κάλυψη του μισθού είτε με το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης, κάτι αντίστοιχο με το κοινωνικό μέρισμα που δίναμε κάθε τέλος του χρόνου και προβλέψαμε 1,5 δις ευρώ ώστε να δοθεί σε δυο δόσεις για να ενισχυθούν οι συμπολίτες μας που έχουν τις μεγαλύτερες ανάγκες και τα χαμηλότερα ούτως ή άλλως εισοδήματα, ώστε να διατηρηθεί σ’ ένα σχετικά ανεκτό η ζήτηση και για τις άμεσες ανάγκες τώρα αλλά και μόλις ανακάμψει η οικονομία να μπορέσει να επανεκκινήσει.
Και ταυτόχρονα προτείναμε κι ένα γενναιόδωρο πρόγραμμα 3 δις ευρώ άμεσης ρευστότητας, ζεστού χρήματος στις επιχειρήσεις, προκειμένου να καλύψουν ένα μεγάλο μέρος του κεφαλαίου κίνησης και της δυνατότητας να σταθούν όρθιες.
Από ‘κει και πέρα, είναι προφανώς ότι τα εγγυοδοτικά προγράμματα, κυρίως τα προγράμματα τα οποία θα αφορούν τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, θα πρέπει να είναι στην προτεραιότητα της συζήτησης για να προχωρήσουν το επόμενο διάστημα. Για παράδειγμα, εμείς είχαμε θεσμοθετήσει το πρόγραμμα των μικροπιστώσεων, η σημερινή κυβέρνηση το βρήκε έτοιμο, δεν το προχώρησε. Σήμερα, είναι αναγκαίο όσο ποτέ για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Τέλος, να πω ότι έχουμε μια ανησυχία σε σχέση με το γεγονός ότι όλο το σκέλος των εγγυήσεων που μπορεί να δοθούν με χρήμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τη ρευστότητα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, θα περάσει από τις ελληνικές τράπεζες. Και γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι, σήμερα, πρόσβαση στις ελληνικές τράπεζες δεν έχει ένα μεγάλο μέρος επιχειρήσεων, κυρίως μικρών και μεσαίων, που επιβιώνουν, οριακά επιβιώνουν αλλά επιβιώνουν, αλλά δεν έχουν πρόσβαση.
Δεν έχουν πρόσβαση, διότι οι τράπεζες θεωρούν επισφαλές να τους δανείσουν. Θεωρώ ότι εδώ πρέπει να γίνει μια πολύ μεγάλη συζήτηση και να τεθούν και οι τράπεζες προ των ευθυνών τους. Έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με χρήματα του ελληνικού λαού, παίρνουν αυτά τα χρήματα για να τα δώσουμε στην πραγματική οικονομία, όχι να τα δώσουν κατά το δοκούν σε «ημέτερους» ή σε επιχειρήσεις που θα έχουν πρόσβαση στο πλαίσιο της εξουσίας τους ή στο πλαίσιο της κυβερνητικής εξουσίας. Αυτό για μένα είναι ένα κρίσιμο θέμα.
Γι’ αυτό τον λόγο, προβλέπουμε άλλωστε και τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ άμεση ενίσχυση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αλλά και την αναβάθμιση της Αναπτυξιακής Τράπεζας μ’ ένα Ταμείο που θα κρεμαστεί εκεί για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να βρεθούν οι τρόποι και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, αξιοποιώντας και ήδη υπάρχοντα εργαλεία και ευρωπαϊκά εργαλεία, για να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση όλες οι επιχειρήσεις σε κεφάλαιο κίνησης, να μείνουμε όλοι όρθιοι απ’ αυτή την κρίση.
Β. ΚΕΧΑΓΙΑ («ΕΘΝΟΣ»): Κύριε Πρόεδρε, πέραν των σεναρίων περί πρόωρων εκλογών, αναπαράγονται και σενάρια για συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής κενότητας που θα εντοπίζει τις επιπτώσεις της πανδημίας. Πώς το σχολιάζετε;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Πιστεύω ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτή τη στιγμή να μπαίνουμε σε σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Δηλαδή, από το ότι δεν συγκαλείται το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών περάσαμε, κάναμε δυο μεγάλα άλματα μπροστά και πήγαμε και σε σενάρια κυβερνήσεων έκτακτης ανάγκης.
Νομίζω ότι είναι πρόσφατη η λαϊκή ετυμηγορία. Επαναλαμβάνω ότι η κυβέρνηση έχει απέναντί της μια αντιπολίτευση η οποία είναι πρόθυμη να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της πανδημίας και της κρίσης η οποία μαστίζει τη χώρα μας. Δεν θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή έχει κανένα νόημα να μπαίνουμε σε μια τέτοια συζήτηση. Όπως είπα, λέω και θα ξαναπώ σε όλους τους τόνους, μου είναι αδιανόητο τούτη την ώρα της κρίσης, την ώρα που μετράμε νεκρούς, στο μυαλό μας να είναι πολιτικά κόστη, πολιτικά οφέλη, πολιτικά παιχνίδια, μετρήσεις, δημοσκοπήσεις, εκλογές, πολιτικές εξελίξεις. Μου είναι αδιανόητο αυτό.
Βεβαίως, ο καθένας θα κριθεί για το πώς αντιλαμβάνεται αυτές τις ώρες της κρίσης. Και εμείς θα κριθούμε, αλλά να ξέρουμε όλοι μας ότι αυτό το ταμείο θα γίνει όταν έρθει η ώρα. Όχι τώρα.
Γ. ΑΛΜΠΑΝΗΣ («cnn.gr»): Κύριε Πρόεδρε, είναι αρκετοί μέσα στο κόμμα σας που κάνουν κριτική ότι δεν κάνετε αρκετά σκληρή αντιπολίτευση σε ό,τι αφορά την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας. Την ίδια στιγμή, βλέπουμε σε δημοσκοπήσεις ότι η αποδοχή της τάσης είναι ευρύτερη από το ποσοστό σας στην πρόθεση ψήφου. Πώς απαντάτε στις κριτικές αυτές; Θα επιμείνετε σε αυτή την τακτική σας;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Η απάντησή μου είναι σαφής: Δε με απασχολούν τώρα αυτές οι κριτικές, δηλαδή η σκέψη μου είναι προσανατολισμένη στο πώς μπορούμε να είμαστε πιο χρήσιμοι απέναντι στον ελληνικό λαό που σήμερα μαστίζεται από μια κρίση που δεν έχει ξαναζήσει τα προηγούμενα χρόνια. Άρα, λοιπόν, η προτεραιότητά μας είναι να είμαστε χρήσιμοι, να είμαστε παρεμβατικοί, να αναδεικνύουμε προτάσεις, να αναδεικνύουμε τα κακώς κείμενα, αλλά όχι να διεκδικήσουμε πολιτικό όφελος από μια τραγωδία η οποία είναι σ’ εξέλιξη.
Άλλοι λένε ότι κάνουμε καλά, άλλοι λένε ότι κάνουμε λάθος, εμείς κάνουμε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι το σωστό. Και όλοι θα κριθούμε όταν έρθει η ώρα.
Ν. ΖΟΡΜΠΑ («Capital.gr» και «ΚΕΦΑΛΑΙΟ»): Κύριε Πρόεδρε, η χρήση μεγάλου μέρους των διαθεσίμων δεν ενέχει υψηλό ρίσκο για την περίπτωση που παραταθεί η κρίση; Εφεδρείες έχετε προβλέψει;
Α. ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω, αυτό εξήγησα και εγώ και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λέγοντας ότι έχουμε διαθέσιμους πόρους από το μαξιλάρι 20 δις ευρώ, πέραν αυτών που είναι τα 16,5 για την αποπληρωμή δανείων. Υπάρχουν περίπου άλλα τόσα διαθέσιμα από ευρωπαϊκούς πόρους και υπάρχουν και τα χρήματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που είναι άμεσης ρευστότητας στις Τράπεζες που μπορούν να πάνε σε εγγυοδοτήσεις.
Άρα, συνολικά το πακέτο των άμεσα διαθέσιμων πόρων, συμπεριλαμβανομένης και της ρευστότητας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είναι ένα πακέτο περίπου 50 δις ευρώ.
Η πρότασή μας έχει μια ιδιαιτερότητα. Η πρότασή μας προφανώς είναι πολύ μικρότερη από τα 50 δις, μιλάμε για τα 26,3. Έχει όμως μια ιδιαιτερότητα η πρότασή μας σε σχέση με αντίστοιχες προτάσεις που βλέπουμε να υλοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο: Έχει πολύ υψηλό το σκέλος των άμεσων δημοσιονομικών παρεμβάσεων και πολύ πιο μετρημένες τις εγγυοδοτικές παρεμβάσεις. Είναι ακριβώς το ύψος που μας δίνει σήμερα η δυνατότητα της παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Αυτό οφείλεται στο ότι έχουμε, επαναλαμβάνω, τη δυνατότητα να πάρουμε αντίστοιχο ποσό από το μαξιλάρι, που δεν θα επιβαρύνει ούτε ένα ευρώ το δημόσιο χρέος, που δεν θα μας οδηγεί στην ανάγκη ούτε για ένα ευρώ νέου δανεισμού. Αυτή είναι η λογική μας και νομίζω ότι είναι μια λογική, η οποία έχει μια οικονομική συγκρότηση, έχει έναν ρεαλισμό και βεβαίως μια γενναιότητα αντίστοιχη αυτής που απαιτείται για να αντιμετωπίσουμε μια τόσο μεγάλη κρίση σαν αυτή που έχουμε μπροστά μας.
Ε. ΠΕΡΟΝΟΥ («ΣΚΑΪ»): Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, φαίνεται ότι τα μέτρα που έχει πάρει η κυβέρνηση να στηρίζονται από την πλειοψηφία των πολιτών, ακόμη και από δικούς σας ψηφοφόρους. Την ίδια ώρα, η ψαλίδα ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, μεγαλώνει. Σας ανησυχεί αυτό; Μήπως δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να προβείτε σε αυτές τις προτάσεις;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να ασχολούμαστε με ψαλίδες, δημοσκοπήσεις, πολιτικό κόστος και πολιτικό όφελος. Αυτή είναι η απάντησή μου και νομίζω την έχω δώσει ήδη και σε προηγούμενες ερωτήσεις.
Αντιθέτως, είναι η ώρα της ευθύνης, είναι η ώρα της κατάθεσης προτάσεων. Τώρα είναι η ώρα της κατάθεσης προτάσεων και όλοι κρινόμαστε για τις προτάσεις αυτές. Όλοι θα κριθούμε για τις πράξεις μας. Αν όλα πάνε καλά και η χώρα δεν αντιμετωπίσει οικονομική κρίση, η ανεργία δεν αυξηθεί και τον Ιούνιο, τον Ιούλιο, τον Αύγουστο, τον Σεπτέμβρη αποδειχθεί ότι είναι αχρείαστο αυτό το πρόγραμμα το οποίο εμείς σήμερα καταθέσαμε, προφανώς και θα διαψευστούμε και εύχομαι, αν θέλετε, να διαψευστούμε.
Αν όμως η κυβέρνηση συνεχίσει την τακτική του «βλέποντας και κάνοντας» και καθυστερήσει δραματικά σε αντίθεση με την πανδημία, αν εξαιρέσεις τις εκκλησίες όπου εκεί πράγματι καθυστέρησε δραματικά, αν καθυστερήσει δραματικά και βρεθούμε ενώπιον δυσκολιών που προβλέψαμε και αναφέραμε στην εισήγησή μας, τότε νομίζω ότι δυστυχώς θα βρισκόμαστε μπροστά σε μια εξέλιξη η οποία θα είναι εξαιρετικά αρνητική για όλους μας.
Έχουμε ευθύνη να κάνουμε προτάσεις. Και, επαναλαμβάνω, τις προτάσεις αυτές δεν τις κάνουμε για να κάνουμε αντιπολίτευση. Τις κάνουμε με στόχο να πείσουμε την κυβέρνηση ότι πρέπει να τις υιοθετήσει. Γιατί αν δεν τις υιοθετήσει, θα βρεθούμε όλοι σε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση και πρώτοι εμείς που ήμασταν αυτοί που βγάλαμε τη χώρα από αυτό τον κυκεώνα από αυτό τον Γολγοθά των οκτώ ετών. Θα αισθανθούμε εξαιρετικά δύσκολα, εξαιρετικά δυσάρεστα που οι κόποι μας και οι θυσίες μας, τα αποτελέσματά μας θα έχουν πάει χαμένα.
Χ. ΚΥΜΠΙΖΗΣ («KONTRA»): Ανησυχείτε για το ενδεχόμενο μετά το τέλος της πανδημίας να έχουν αλλάξει εντελώς οι εργασιακές σχέσεις και να βιώσει ο λαός ακόμη μια περίοδο λιτότητας; Είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να διαχειριστεί μια τέτοια κατάσταση;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Νομίζω ότι όλη μας η παρέμβαση σήμερα είναι ακριβώς για να το προλάβουμε αυτό το ενδεχόμενο. Σε κάθε περίπτωση, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κριθεί από τον τρόπο που με επιτυχία κατάφερε να πάρει μια χώρα βυθισμένη στην ανθρωπιστική κρίση και να την επαναφέρει στον δρόμο της ανάκαμψης, στον δρόμο της ανάπτυξης.
Μια ανάπτυξη που έφτασε, όταν παραδώσαμε την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2019, να βρίσκεται στο 2,9%. Και πριν έρθει ο κορωνοϊός, με την πολιτική που ακολούθησε η σημερινή κυβέρνηση να έχει φτάσει από το 2,9% τον Δεκέμβριο που δεν είχαμε κορωνοϊό, στο 1%.
Και σε ό,τι αφορά τα δημοσιονομικά επιτεύγματα πριν έρθει ο κορωνοϊός, να βρισκόμαστε πολλά δις έξω από το στόχο. Πριν έρθει ο κορωνοϊός. Αλλά, εν πάση περιπτώσει δεν είναι τώρα η ώρα αυτών των συγκρίσεων, ούτε της κριτικής. Τώρα είναι η ώρα, επαναλαμβάνω, να αντιμετωπίσουμε όσο πιο έγκαιρα μπορούμε τις δυσκολίες που έρχονται μπροστά μας, για να μπορέσουμε να τις αποφύγουμε ή έστω να τις αποφύγουμε όσο το δυνατό με λιγότερες απώλειες.
Από εκεί και πέρα, δεν μας είναι καθόλου ευχάριστη η ιδέα, αν για παράδειγμα δεν μας ακούσει σήμερα η κυβέρνηση και συνεχίσει αυτή την τακτική, δεν μας είναι καθόλου ευχάριστη η ιδέα της δικαίωσης η οποία όμως θα μας οδηγήσει ξανά εμάς να διαχειριστούμε μια διαλυμένη οικονομία, μια διαλυμένη κοινωνία. Δεν είναι το DNA μας να βγάζουμε τα κάστανα από τη φωτιά. Εμείς τώρα θέλουμε να συμβάλλουμε να μην φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Αυτός είναι ο στόχος μας.
Δ. ΜΑΝΙΑΤΗΣ («Τα ΝΕΑ»): Η πρότασή σας για ευρωομόλογο ακόμη και χωρίς τη Γερμανία δεν αποτελεί πρόταση για μια Ευρωπαϊκή Ένωση πολλών ταχυτήτων;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Η πρόταση που κατέθεσα με άρθρο μου στην γαλλική εφημερίδα Le Monde ήταν μια πρόταση ουσιαστικά υπέρβασης της αδιανόητης σημερινής στασιμότητας, μέσα από τη σύγκλιση των δυο πλευρών σε ένα κοινό τόπο.
Πρότεινα δηλαδή ότι, αν για λόγους συμβολικούς που έχουν να κάνουν με την εσωτερική πολιτική σκηνή στη Γερμανία, η Καγκελάριος Μέρκελ δεν είναι σε θέση να δεχτεί την έννοια του ευρωομολόγου, μπορούν να βρεθούν άλλοι μηχανισμοί κι άλλα εργαλεία που να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα, αντίστοιχο με αυτό του ευρωομολόγου. Άρα, κατέθεσα μια συμβιβαστική πρόταση στην προοπτική της ενότητας.
Αν ούτε αυτό γίνει εφικτό, τότε θα είναι απολύτως φανερό ότι για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, για λόγους που ο καθείς θα μπορούσε να δώσει ερμηνείες αλλά δεν είναι της ώρας, σημασία έχει ότι για οποιοδήποτε λόγο που μπορεί ο καθένας να ερμηνεύσει, η Γερμανία και η σημερινή της ηγεσία θα λάβει μια απόφαση πολύ κατώτερη των περιστάσεων. Και θα λάβει μια απόφαση η οποία οδηγεί στον διχασμό και οδηγεί στις πολλαπλές ταχύτητες.
Πυκνώνουν οι φωνές σε όλη την Ευρώπη, αλλά και μέσα στην ίδια τη Γερμανία, των πολιτικών δυνάμεων που κάνουν πολύ σκληρή κριτική στη Γερμανία γι` αυτό. Χτες διάβασα το άρθρο του πρώην αντικαγκελάριου, του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ που έγραψε μαζί με τον Γιόσκα Φίσερ, τον υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας των Πρασίνων, οι οποίοι κατέγραψαν ακριβώς αυτή την άποψη: Ότι δεν θα το ξεχάσει ποτέ η Ευρώπη και ο ευρωπαϊκός νότος αν η Γερμανία σήμερα, σε μια ιστορική στιγμή, συμπεριφερθεί με αλαζονεία και με απόλυτη έλλειψη αλληλεγγύης.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια αξιακή κρίση, όχι μόνο οικονομική κρίση. Συνεπώς, κατέθεσα με ευθύνη την άποψη ότι στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής, αν υπάρξει αδιέξοδο, οι δυνάμεις που θέλουν την ενωμένη Ευρώπη, θα πρέπει να πάνε όχι απλά για να καταγράψουν την αντίθεσή τους. Αν η γερμανική ηγεσία επιμείνει στο δρόμο της διάσπασης και στο δρόμο του διχασμού, θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι υπόλοιποι είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν στον κοινό ευρωπαϊκό δρόμο.
Διότι, κατά την άποψή μου, δεν αποτελούν εναλλακτική λύση ούτε η στρατηγικές του εθνικού απομονωτισμού, ούτε οι στρατηγικές του κοινού νομίσματος και ο καθένας να ανταγωνίζεται το διπλανό του. Εμείς πρέπει να επιμείνουμε στον ευρωπαϊκό δρόμο, ακόμη κι αν ορισμένοι ελάχιστοι δείχνουν να τον αρνούνται.
Δ. ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ («Documento»): Μόλις χτες, η Κομισιόν ανακοίνωσε την έγκριση του ελληνικού προγράμματος για το Ταμείο Εγγυοδοσίας ύψους 2 εις ευρώ. Εσείς έχετε ζητήσει ένα πολύ πιο γενναίο πρόγραμμα στήριξης της οικονομίας και κυρίως της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και των εργαζομένων.
Γιατί κατά τη γνώμη σας η χώρα μας αιτήθηκε ένα τόσο μικρό ποσό, ενώ για παράδειγμα άλλες χώρες όπως η Πορτογαλία, έχουν ζητήσει 12 δις;
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Κακώς, κατά την άποψή μου. Και κακώς, κατά την άποψή μου, διότι αυτό το πρόγραμμα πρέπει να στηρίζει αναλογικά αυτούς οι οποίοι είναι πιο αδύναμοι στην αγορά εργασίας. Επαναλαμβάνω ότι η χώρα προέρχεται, όπως και η Πορτογαλία βεβαίως, μετά από μια βαθιά κρίση, βαθύτερη στην Ελλάδα, η οποία οδήγησε σε απανωτές μειώσεις των μισθών. Άρα, είναι πολύ χαμηλό το επίπεδο μισθών στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χώρες και ταυτόχρονα πολύ υψηλή η ανεργία.
Άρα, αναλογικά, η χώρα έπρεπε να διεκδικήσει πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, πολύ μεγαλύτερο ποσό από αυτό των 2 δις. Όμως, το λέω με μεγάλη μου λύπη, το υπουργείο Εργασίας φαίνεται να κινείται σε μια λογική αναντίστοιχη με τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας και, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε μια πρακτική η οποία πουθενά δεν έχει υιοθετηθεί.
Πουθενά δεν έχει υιοθετηθεί η αναστολή εργασίας. Πουθενά δεν έχει υιοθετηθεί ουσιαστικά η μείωση στο 50% του μισθού μέσα από το εύρημα της εκ περιτροπής εργασίας. Αυτή είναι μια στρατηγική η οποία είναι ακραία νεοφιλελεύθερη και θυμίζει σε όλους μας τις μνημονιακές επιταγές της δύσκολης περιόδου του 2010-2014. Επίσης, θυμίζει και τις επιδιώξεις συγκεκριμένων κοινωνικών εταίρων ώστε μέσα από την κρίση να την αντιμετωπίσουν ως ευκαιρία για να αναδιαρθρώσουν ακόμη περισσότερο το πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων.
Αυτό εμείς θεωρούμε ότι είναι απαράδεκτο, είναι αδιανόητο. Και απέναντι σε αυτή την πολιτική δεν θα λογαριαστούμε όταν έρθει η ώρα, δεν έχουμε τέτοια λογική. Απέναντι σε πολιτικές οι οποίες είναι κατάφορα άδικες για την κοινωνία, κατάφορα άδικες για τους εργαζόμενους, εμείς θα πούμε τώρα με μεγάλη ένταση της φωνής τη γνώμη και τη θέση μας. Είναι απαράδεκτες πολιτικές και πρέπει να αντιστραφούν, όσο είναι καιρός.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Πρόεδρε, απαντήσαμε και στις 15 ερωτήσεις. Νομίζω ότι κάπου εδώ μπορούμε να κλείσουμε τη συνέντευξη Τύπου.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Είναι μια πρωτότυπη διαδικασία, δεν την έχουμε ξαναζήσει. Αλλά, ελπίζω να ήταν για όσους μας παρακολούθησαν μια ουσιαστική διαδικασία και να έχουν καταλάβει τουλάχιστον ακριβώς αυτά τα οποία θέλουμε να ανακοινώσουμε στον ελληνικό λαό.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Να ευχαριστήσουμε και τους Τομεάρχες μας που, μέσω τηλεδιάσκεψης, συμμετείχαν σε αυτή τη συνέντευξη Τύπου.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Θέλει να προσθέσει κανείς κάτι;
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι που έχουμε αφήσει, που θα θέλατε να προσθέσετε ή να συμπληρώσετε.
ΕΥΚ. ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ: Εγώ μόνο ένα σχόλιο ήθελα να πω, γιατί έχουμε δυο λογικές, που μπορούν να ενωθούν, που τις έχουμε πει και οι τέσσερις και μας κάνουν την ερώτηση: «Δεν φοβάστε ότι με πολύ ενεργητικά μέτρα μπορεί να ξαναμπούμε σε μνημόνιο, να έχουμε πρόβλημα στις αγορές»;
Εμείς λέμε ότι θα έχουμε πρόβλημα στις αγορές, θα υπάρχει απειλή για καινούργιο μνημόνιο, αν αυξηθεί πάρα πολύ το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Και τι κάνουμε; Ποιες είναι οι δυο λογικές που έχουμε εξηγήσει; Από τη μια μεριά, κάνουμε πράγματα για να μην αυξήσουμε το χρέος, δηλαδή χρησιμοποιώντας ένα κομμάτι του μαξιλαριού, να μην προσθέσουμε στο χρέος παραπάνω από ό,τι χρειάζεται. Και από την άλλη μεριά, προσπαθούμε να μειώσουμε την όποια μείωση στην ανάπτυξη.
Δηλαδή, και με τα ποσοτικά πράγματα που κάνουμε για την εργασία και για τις επιχειρήσεις αλλά και για τα ποιοτικά, ο κόσμος να έχει αισιοδοξία να ξοδέψει, σημαίνει ότι περιορίζουμε τη μείωση στην ανάπτυξη. Άρα, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ που έχει χρέος από την πάνω μεριά και ΑΕΠ από την κάτω, δεν θα αυξηθεί όσο θα αυξανόταν χωρίς αυτή την παρέμβαση.
Άρα, παρεμβαίνουμε άμεσα για να μην αυξηθεί το χρέος και έχουμε προβλήματα χρηματοδότησης στο μέλλον. Και από τη μεριά του ίδιου του χρέους, αλλά και από τη μεριά της ανάπτυξης. Άρα, οι δυο λογικές που αναλύσαμε -και συγγνώμη για την προσθήκη αυτή στη συζήτηση, καθώς μεγαλώνω μια ήδη μεγάλη συνέντευξη-, αλλά νομίζω ότι πρέπει να δούμε και τις δυο μεριές: και συγχρόνως παρεμβαίνουμε στην ανάπτυξη και δεν αφήνουμε να αυξηθεί το χρέος παραπάνω από ό,τι χρειάζεται.
ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ: Και τον αριθμητή και τον παρονομαστή δηλαδή! Ευχαριστούμε πολύ όλους.
ΑΛ. ΧΑΡΙΤΣΗΣ: Σας ευχαριστούμε πολύ και ευχαριστούμε όλους τους δημοσιογράφους για τη συμμετοχή τους. Μένουμε όρθιοι!