Η πανδημία του κορωνοϊού αποτέλεσε μια τεράστια πρόκληση για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και οικονομίες. Όχι μόνο εξαιτίας της υγειονομικής του διάστασης, της έκτασης της ανθρώπινης τραγωδίας των θυμάτων και του επώδυνου καθολικού εγκλεισμού για όλες και όλους μας, αλλά και εξαιτίας των αδυναμιών που αποκάλυψε, εν μια νυκτί, του κυρίαρχου οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου που ακολουθεί η Ευρώπη για πάνω από μια δεκαετία. Το κράτος στην συγκυρία του καθολικού λοκ ντάουν, εκ των πραγμάτων κλήθηκε να παίξει ένα πρωταγωνιστικό ρόλο και οι ευρωπαϊκές κοινωνίες να αναστοχαστούν τις συνέπειες από την εικοσαετή, σταδιακή απόσυρση του δημόσιου από τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας και τα δημόσια αγαθά.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι η απάντηση της Ευρώπης στην πανδημία και ένα τεράστιο βήμα μπροστά για την μελλοντική της αρχιτεκτονική. Παρά τις καθυστερήσεις, παρά τις ιδεοληπτικές αντιδράσεις και παρά την τελική ανεπάρκεια των πόρων, δεδομένης της έκτασης και της διάρκειας της συνεχιζόμενης πανδημίας, η απόφαση για την συγκρότηση ενός γενναίου πακέτου για τις ευρωπαϊκές οικονομίες μέσω της αμοιβαιοποίησης του χρέους, είναι μια παρακαταθήκη για το μέλλον.
Η αναγκαιότητα της γρήγορης ανάκαμψης ωστόσο δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει από τον μεγάλο στρατηγικό στόχο που είχε θέση η Ευρώπη πριν από την πανδημική κρίση, δηλαδή από το εγχείρημα του πράσινου μετασχηματισμού των Ευρωπαϊκών οικονομιών. Ούτε και μπορεί να καταλαγιάσει τις ανησυχίες των ισχυρών οικονομικών χωρών του Βορρά σχετική με τη απειλή η ευρωπαϊκές οικονομίες να μείνουν πίσω στους δείκτες ανταγωνιστικότητας.
Για τους παραπάνω λόγους, στην τελική πρόταση της Επιτροπής οι προτάσεις για την χρηματοδότηση της εκάστοτε εθνικής οικονομίας κατανεμήθηκαν σε έξι διαφορετικούς άξονες: α) της πράσινη μετάβασης, β) του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους και της οικονομίας, γ) της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των εθνικών οικονομιών, δ) της καταπολέμησης των ανισοτήτων, ε) της ανθεκτικότητας των συστημάτων υγείας και στ) της εδαφικής συνοχής.
Αν όμως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ήταν η απάντηση της Ευρώπης στην πανδημική κρίση, πώς ενσωματώνονται οι παραπάνω κατευθύνσεις στο προσανατολισμό της ελληνικής κυβέρνησης; Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη επέλεξε να συγκροτήσει την δική της πρόταση με τον πλέον αδιαφανή και αντιδημοκρατικό τρόπο. Με μοναδική δικαιολογία την αναγκαιότητα ένταξης ώριμων έργων στο κατάλογο που θα «έστελνε» στις Βρυξέλλες, συνέταξε ένα κείμενο που το μόνο που απηχεί είναι τα αιτήματα ομάδων ειδικών οικονομικών συμφερόντων, μεμονωμένων φίλων – επενδυτών του περιβάλλοντος του Μαξίμου και κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών.
Τα παραδείγματα πελατειακών εξυπηρετήσεων στο κατατεθειμένο σχέδιο «Ελλάδα 2.0» είναι πολλά. Από την πρόταση για επιδότηση των ψηφιοποίησης σημειώσεων στην παιδεία ύψους μισού δισ, μέχρι την πρόταση επιδότησης κέντρων επαγγελματικής κατάρτισης ύψους 1 δισ. Από την συμπερίληψη στις προτάσεις άμεσων ενισχύσεων των υποχρεώσεων «επενδυτών» που συμμετέχουν σε ιδιωτικοποιήσεις, μέχρι την ακατανόητη επιμονή να χρηματοδοτηθούν τα απαραίτητα έργα υδροδότησης και άρδευσης της χώρας μόνο μέσα από ΣΔΙΤ κ.α. Και αντιστοίχως, τα κενά και οι ελλείψεις που η κοινωνία και οι φορείς της οικονομίας σήμερα αναγνωρίζουν στο κυβερνητικό σχέδιο είναι πάμπολα. Από τους πενιχρούς πόρους για την πολεοδομική οργάνωση της χώρας, μέχρι την απουσία ουσιαστικής μέριμνας για τις μεγάλες αστικές αναπλάσεις των περιφερειακών πόλεων μας. Από την πλήρη απουσία μέριμνας για την βιομηχανία και την κυκλική οικονομία, μέχρι την αδυναμία της ελληνικής πρότασης για το ταμείο να συνεισφέρει το οτιδήποτε στις υπερχρεωμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και, από την πλήρη απουσία μέριμνας για την ενίσχυση υποδομών πρόνοιας, όπως βρεφονηπιακών σταθμών, δομών για τους τοξικοεξαρτημένους και τους υπερήλικες, έως την σκανδαλώδη απουσία στήριξης προς το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Το Ταμείο Ανάκαμψης, ωστόσο, δεν είναι ένα νέο μνημόνιο, οι προβλέψεις του οποίου δεν δύναται να τροποποιηθούν σε περίπτωση αλλαγής συσχετισμών σε κάποια χώρα. Σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας του, οι εθνικές προτάσεις μπορούν να τροποποιηθούν από μια νέα κυβέρνηση στο βαθμό που ανταποκρίνονται στους άξονες προτεραιότητας που αυτό θέτει. Τίθεται έτσι επιτακτικά το ερώτημα: Ποιος θα διαχειριστεί αυτούς του πόρους; Ο κ. Μητσοτάκης και οι λίγοι επιχειρηματίες φίλοι του ή μια άλλη κυβέρνηση που θα αντιλαμβάνεται την σημασία του πράσινου παραγωγικού μετασχηματισμού και της ενίσχυσης του κράτους πρόνοιας ως ipso facto προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας;
Ένα άλλο σχέδιο για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι εφικτό, αλλά φυσικά, αυτό μπορεί να υλοποιηθεί μόνο μέσα από μια άλλη κυβέρνηση με προοδευτικό και οικολογικό προσανατολισμό.