Ψηφίστηκε χθες το νομοσχέδιο «Απελευθέρωση αγοράς ενέργειας, εκσυγχρονισμός της ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ και στήριξη των ΑΠΕ». H ουσία του νομοσχεδίου συνοψίζεται στο εξής: ολική επαναφορά στο καθεστώς των πελατειακών προσλήψεων σε φορείς του Δημοσίου με τη λογική της ad hoc νομοθέτησης για μεμονωμένα επιχειρηματικά συμφέροντα. Σε αυτό το τελευταίο μάς έχει συνηθίσει η Ν.Δ. εδώ και τέσσερις μήνες που κυβερνά τη χώρα.
Να περιγράψουμε το νομοσχέδιο και σε τίτλους; Εξαίρεση δημόσιων επιχειρήσεων από το ευρωπαϊκό πλαίσιο αναφορικά με τις δημόσιες προμήθειες. Καταστρατήγηση του ΑΣΕΠ και αναβίωση του ρουσφετολογικού καθεστώτος προσλήψεων στη ΔΕΗ. Μεταμόρφωση δημοσίων μονοπωλίων σε ιδιωτικά μονοπώλια. Οριζόντια επέκταση του καθεστώτος πολεοδομικής αυθαιρεσίας στη χώρα μας μέχρι το 2025 ερήμην των αποφάσεων του ΣτΕ.
Πάνω από όλα όμως, το νομοσχέδιο αποκαλύπτει τις διαφορετικές στρατηγικές των δύο κομμάτων εξουσίας για την επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου στη χώρα.
Στη σκιά της ένταξης του 65% της ΔΕΠΑ στο ΤΑΙΠΕΔ στο πρώτο Μνημόνιο και της επιβολής από τους δανειστές της υποχρεωτικής ιδιωτικοποίησής της, η προηγούμενη κυβέρνηση, του ΣΥΡΙΖΑ, εκπόνησε ένα σχέδιο που θα προωθούσε τη διείσδυση του φυσικού αερίου στη χώρα. Το σχέδιο για την εξαγορά των μεριδίων της ΕΠΑ και της ΕΔΑ Αττικής από το Δημόσιο και στη συνέχεια της διάσπασης της ΔΕΠΑ σε ΔΕΠΑ – Εμπορίας και ΔΕΠΑ – Υποδομών αποσκοπούσε στη διατήρηση υπό δημόσιο έλεγχο των δικτύων με τρόπο τέτοιο, ώστε να καταστεί εφικτή η ραγδαία επέκτασή του με κοινωνικά κριτήρια παράλληλα με την υλοποίηση της υποχρέωσης της χώρας για απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου.
Ήταν δηλαδή ένα εγχείρημα διαμόρφωσης της τελικής μορφής της αγοράς με τον βέλτιστο τρόπο για τη διαφύλαξη του δημόσιου συμφέροντος αλλά και τη διασφάλιση των καλύτερων συνθηκών για τον ανταγωνισμό της επόμενης μέρας. Σχέδιο, δηλαδή, που κινείται στον αντίποδα άλλων ιδιωτικοποιήσεων σε κλάδους υποδομών, όπως π.χ. ο ΟΤΕ, στους οποίους το δημόσιο μονοπώλιο αντικαταστάθηκε από ένα ιδιωτικό σφραγίζοντας ουσιαστικά την αγορά εδώ και δύο δεκαετίες.
Η στρατηγική αυτή υποστηριζόταν επιπλέον από ορισμένα πολύ σκληρά τεχνικά δεδομένα. Μέχρι σήμερα το φυσικό αέριο στη χώρα μας έχει διεισδύσει μόνο σε τρεις Περιφέρειες και σε αυτές ελάχιστα. Το μεγαλύτερο μέρος της αναμενόμενης επέκτασης του δικτύου θα γινόταν σε νέες Περιφέρειες, για τις οποίες είχε εξασφαλιστεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τόσο ένα σημαντικό δάνειο 48 εκατ. από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων όσο και οι εντάξεις αυτής της τεράστιας επέκτασης, με τον χαρακτήρα φυσικά του δημόσιου έργου, στο ΕΣΠΑ. Ούτε το επιτόκιο αυτό θα έπαιρνε φορέας του ιδιωτικού τομέα, ούτε και θα μπορούσε να τεκμηριώσει την αναγκαιότητα επέκτασης του δικτύου σε φτωχότερες Περιφέρειες της χώρας, εάν ο φορέας αυτού του έργου ήταν ιδιωτικός.
Τι μας είπε για όλα αυτά η κυβέρνηση της Ν.Δ. και ο υφυπουργός, ο κύριος Θωμάς, στις Επιτροπές; «Ρυθμιζόμενες υποδομές τι σημαίνει; Σημαίνει ότι όποιος από αυτές τις εταιρείες έχει όρεξη να αναπτύξει το δίκτυο, με βάση πάντα τους κανονισμούς ασφαλείας της πολιτείας και με βάση τους κανονισμούς της ΡΑΕ, και όπου υπάρχει ζήτηση, πηγαίνει στη ΡΑΕ και παίρνει μια ρυθμιζόμενη απόδοση».
Πώς ερμηνεύεται στο διά ταύτα αυτό το «όποιος έχει όρεξη»; Στην καταδίκη της Δυτικής Αττικής και των ορεινών περιοχών της χώρας μας σε μια μόνιμη κατάσταση αποκλεισμού από τα οφέλη της επέκτασης του δικτύου φυσικού αερίου της Ελλάδας. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι να μοιραστούν τα οφέλη από την επέκταση του φυσικού αερίου μόνο στους έχοντες και όχι στους μη-προνομιούχους.
Οι ιδιώτες τελικά θα επεκτείνουν το δίκτυο της χώρας όπου υπάρχουν εύρωστοι καταναλωτές και όπου η επέκταση είναι τεχνικά και κατασκευαστικά εύκολη. Η αγορά της διανομής είναι μεν απελευθερωμένη, σε συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές Οδηγίες, χρειάζεται όμως έναν ισχυρό επενδυτικό βραχίονα του Δημοσίου που θα καλύψει τα κενά της ιδιωτικής χρηματοδότησης. Η ΕΔΑ Αττικής όμως, δεν είχε προχωρήσει το έργο της επέκτασης του δικτύου της Αττικής, ακριβώς επειδή το management το είχε ο ιδιώτης.
Επιπλέον, με αυτό το νομοσχέδιο, εξανεμίζεται συνολικά η προοπτική της χώρας να γίνει ο ενεργειακός κόμβος της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Σε Επιτροπή της Βουλής, ο υφυπουργός κύριος Θωμάς είπε αναφορικά με τα μεγάλα γεωστρατηγικά έργα της χώρας, όπως ο IGB, ο East Med και ο Poseidon, «αν αυτά τα έργα μπουν μαζί με τη ΔΕΠΑ Υποδομών, θα αποτρέψουν τους επενδυτές».
Ο λόγος για τον οποίο μπήκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση τα έργα αυτά στη ΔΕΠΑ Υποδομών είναι για να μπορεί ο φορέας του Δημοσίου, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο, μέσα από τα έσοδα από τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις να τα χρηματοδοτεί και να εξασφαλίσει την πιστοληπτική τους ικανότητα. Για τον εκάστοτε ιδιώτη όμως, προηγείται η κερδοφορία από το ένα εθνικό ενεργειακό και οικονομικό όραμα. Η εξίσωση της στρατηγικής της Ν.Δ. δεν βγαίνει. Εκτός εάν οραματίζεται να κόβει συντάξεις για να… βάζει σωλήνες.
Συμπερασματικά, το εγχείρημα της παρούσας κυβέρνησης για την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ προικοδοτεί έναν ιδιώτη με δάνεια και ΕΣΠΑ μεγαλύτερα του τιμήματος που αυτός θα καταβάλει. Καταστρέφει αξίες μιας δημόσιας επιχείρησης, καθώς τα χρήματα που έχει καταβάλει η εταιρεία για τα διεθνή έργα πετάγονται στον κάλαθο των αχρήστων, και οδηγεί σε απώλεια σημαντικών μελλοντικών εσόδων για το Ελληνικό Δημόσιο μέσα από την πλήρη ιδιωτικοποίηση των δικτύων.
Πρωτίστως όμως, το σχέδιο για τη ΔΕΠΑ καταδικάζει εκατοντάδες ελληνικά νοικοκυριά στην ενεργειακή φτώχεια. Δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε κανένα άλλοθι. Γιατί δεν υπάρχει. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν ασφυκτιά κάτω από τη μέγγενη των αυστηρών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Όλα αυτά, όπως διαπιστώσαμε από το Surveillance Report της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Νοεμβρίου, τα κάνει αποκλειστικά με δική της πρωτοβουλία.