Τις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει στους δανειολήπτες το ν/σ της κυβέρνηση ΝΔ για τα κόκκινα δάνεια με τίτλο «Πρόγραμμα παροχής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων», ανέδειξε με την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια της Βουλής ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Βουλευτής ν. Ηρακλείου Χάρης Μαμουλάκης.
Ο Χάρης Μαμουλάκης αναφέρθηκε στις χαώδεις αποκλίσεις με το αντίστοιχο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ, στην απουσία ολοκληρωμένου σχεδιασμού διαχείρισης κόκκινων δανείων, στην επίπλαστη και αντιδημοκρατική διαβούλευση (αφού δεν ακούστηκαν εκπρόσωποι φορέων) και τελικά στο απόλυτο αντικοινωνικό προφίλ της κυβέρνησης, που αγνοεί πλήρως ότι το αντικείμενο του ν/σ αφορά στη στέγαση χιλιάδων συμπολιτών μας. Αναφέρθηκε επίσης στην απουσία των δεσμεύσεων από την πλευρά των τραπεζών να διαθέσουν τα μελλοντικά αποδεσμευμένα κεφάλαια σε παραγωγικές κατευθύνσεις, στην υποκρισία και την πλήρη συσκότιση εκ μέρους της Κυβέρνησης, για τις κοινωνικές συνέπειες που θα υπάρξουν από την ενεργοποίησης ενός τόσο ισχυρού εργαλείου, σε περιβάλλον μηδενικής προστασίας της πρώτης κατοικίας, τονίζοντας ότι: «Το πρόβλημα αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με όρους που να διασαλεύουν την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική ειρήνη. Δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αν πρώτα δεν έχει διασφαλιστεί το δικαίωμα στην κατοικία και δεν έχει ισχυροποιηθεί η θέση των δανειοληπτών σε σχέση με τα τραπεζικά ιδρύματα».
Πιο αναλυτικά, κατά την εισήγησή του ο Χάρης Μαμουλάκης ανέφερε: «Το σχέδιο της απελθούσας κυβέρνησης για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων περιλάμβανε πολλά διαφορετικά εργαλεία. Αποτυπώθηκε και στην αναπτυξιακή στρατηγική της προηγούμενης κυβέρνησης ώστε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, δανειολήπτες, τράπεζες και επενδυτές, να γνωρίζουν τις επερχόμενες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο ώστε να προσανατολίσουν ανάλογα και την οικονομική τους συμπεριφορά. Ύψιστη προτεραιότητα για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάντοτε η προστασία της πρώτης κατοικίας για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που υπέστησαν τα βάρη των μνημονίων και τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Και ταυτόχρονα στις προτεραιότητες μας συμπεριλαμβάνονταν και η διαμεσολάβηση ανάμεσα στις ελληνικές τράπεζες και τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να κατασκευάσουμε εκείνα τα εργαλεία που θα οδηγούσαν σε ρυθμίσεις οφειλών σε μεγάλη κλίμακα. Για όλους τους παραπάνω λόγους το σχέδιό μας περιλάμβανε την αναθεώρηση του νόμου Κατσέλη, τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, τον εκσυγχρονισμό του πτωχευτικού κώδικα, τον νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας και άλλα. Μέρος του σχεδίου μας αποτελούσε από την πρώτη μέρα και η προοπτική της δημιουργίας μιας bad bank. Σε αντίθεση με όσα εσφαλμένα είπε ο κύριος Υφυπουργός στην Επιτροπή, το σχέδιο Ηρακλής δεν πατάει στο άστρο του κυρίου Μητσοτάκη αλλά στο cash buffer της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα.
Το σχέδιο όμως, του ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργούσε σε ένα περιβάλλον εκτεταμένων ρυθμίσεων δανείων μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσα από την στήριξη του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, τον οποίο εσείς έχετε χαρακτηρίσει νεκρό από την μέρα που αναλάβατε.
Και, παράλληλα, το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ θα ενεργοποιούταν σε ένα περιβάλλον προστασίας της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων νοικοκυριών».
Αναφέρθηκε επίσης σε σημαντικές παραμέτρους του ν/σ λέγοντας: «Το δικό σας σχέδιο, κατά δήλωση του εισηγητή της συμπολίτευσης στην επιτροπή, θα αρχίσει να φέρνει αποτελέσματα σε 6 μήνες από σήμερα. Όταν δηλαδή θα λήξει και η προστασία της πρώτης κατοικίας. Ο ίδιος εξάλλου, ο υφυπουργός μας είπε ότι η προστασία είναι εξασφαλισμένη εξαιτίας του κώδικα δεοντολογίας και μόνο. Την δε καθολική κατάργηση της προστασίας της πρώτης κατοικίας την έχετε συμφωνήσει στο enchanced surveillance report. Το σχέδιο της κυβέρνησης θα τεθεί σε λειτουργία ενώ εκκρεμούν πάνω από 35.000 αιτήσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο νόμο του εξωδικαστικού συμβιβασμού, τα δάνεια των οποίων, προφανώς, θα είναι προς τιτλοποίηση.
Επίσης, το σχέδιο νόμου προβλέπει την χρήση έως και 12 δις ευρώ. Η διαφορά από τα 9 δις ευρώ της αρχικής πρότασης είναι κατά την άποψη μου το ότι η κυβέρνηση δεν αποβλέπει σε κανένα άλλο εργαλείο διαχείρισης των απαιτήσεων απέναντι σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις παρά μόνο στην τιτλοποίηση. Επίσης, η δυνατότητα του Υπουργού Οικονομικών να προβαίνει σε μονομερή αύξηση αυτού του ποσού εγείρει τεράστιο ζήτημα διαφάνειας και θα αποτελεί μια μόνιμη πηγή επισφάλειας για τα δημόσια οικονομικά. Επαφίεται δηλαδή στην καλοσύνη των ξένων, και όχι στη βούληση του Έλληνα νομοθέτη το ότι το σχέδιο δεν θα έχει δυνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις».