Την επιζήμια και με πολλές ασάφειες πολιτική της ΝΔ στο θέμα της διαχείρισης των υδρογονανθράκων, ανέδειξε με την τοποθέτησή του στην Βουλή κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου για τις συμβάσεις έρευνας και εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων σε Κρήτη και Ιόνιο, ο Βουλευτής ν. Ηρακλείου ΣΥΡΙΖΑ Χάρης Μαμουλάκης.
Κάνοντας μια σύντομη αναφορά σε όσα έγιναν τα τελευταία χρόνια από την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο Χάρης Μαμουλάκης έδωσε ιδιαίτερη έμφαση σε ζητήματα περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος καθώς και στην ιδιωτικοποίηση που προωθεί η κυβέρνηση για την κερδοφόρα εταιρεία Ελληνικά Πετρέλαια. Παράλληλα, ζήτησε να μάθει τις κυβερνητικές προθέσεις για τα τοπικά παρατηρητήρια υδρογονανθράκων – τους μηχανισμούς μέσω των οποίων οι τοπικές κοινωνίες θα μπορούσαν να έχουν άμεση εμπλοκή στον έλεγχο και την εποπτεία των ερευνητικών εργασιών – αλλά και για την ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους και δη της επιθεώρησης μεταλλείων.
Τόνισε επίσης το ότι η δύσκολη ισορροπία που καλούμαστε ως χώρα να βρούμε ανάμεσα στην οικονομική αναγκαιότητα και το οικολογικό ρίσκο που αναλαμβάνουμε, δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει από την αναγκαιότητα της κατ’ επείγουσας δράσης για την κλιματική αλλαγή. Γι’ αυτό και θα πρέπει σε όσες περιοχές ολοκληρώνεται άκαρπη η έρευνα, να μην ανανεώνεται το σχετικό δικαίωμα της εκάστοτε κοινοπραξίας, να μην επαναπροκηρύσσεται στο μέλλον νέο χερσαίο κοίτασμα και να επαναξιολογείται το ενδεχόμενο νέας προκήρυξης, μόνο μετά την ολοκλήρωση του παρόντος γύρου ερευνών και εφόσον οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας το απαιτούν.
Αναλυτικά τοποθέτηση του Βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ ν. Ηρακλείου Χάρη Μαμουλάκη, στη συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής για το σχέδιο νόμου κύρωσης των συμβάσεων παραχώρησης των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων σε Κρήτη και Ιόνιο.
Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι.
Καλούμαστε σήμερα στη Βουλή να επικυρώσουμε τέσσερις συμβάσεις τις οποίες έχει ωριμάσει και προετοιμάσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την εκμετάλλευση του υπεδάφους της χώρας.
Τέσσερις συμβάσεις, σε τέσσερα υποθαλάσσια οικόπεδα στην ανατολική και στην νότια Ελλάδα.
Η πρωτοβουλία της σημερινής ηγεσίας του ΥΠΕΝ και της σημερινής κυβέρνησης, είναι βεβαίως ενδεικτική του κλίματος πολιτικής συναίνεσης σε σχέση με την εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου της χώρας μας. Και υπό αυτή την έννοια θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι πολιτικές των κομμάτων είναι όμοιες.
Ωστόσο, επιτρέψτε μου στο πλαίσιο της παρούσας ομιλίας, να αναφερθώ στις διαφορετικές οπτικές και στρατηγικές που εκφράζουν η Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. από τον ΣΥΡΙΖΑ, σε σχέση με αυτό το ζήτημα.
Ταυτόχρονα όμως, θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα άλλο μείζον ζήτημα: Στην εύλογη κριτική που ακούγεται από μερίδα οικολογικών οργανώσεων της χώρας μας, καθώς και από πολλούς ευαισθητοποιημένους πολίτες απέναντι στο περιβάλλον.
Οι οποίοι και αισθάνονται, ότι αυτή η πολιτική δεν συνάδει με τον στόχο του πράσινου μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Η εκμετάλλευση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων στην χώρα μας έχει μακρά και πονεμένη διαδρομή: Συνδέεται άμεσα με τις διαφορές που έχουμε με τη γείτονα χώρα αναφορικά με την αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ.
Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι η αναζωπύρωση του ζητήματος γίνεται την περίοδο της κρίσης και των μνημονίων. Τότε που η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε θέσει πλέον ως υψηλή προτεραιότητα της, την διαφοροποίηση των πηγών φυσικού αερίου της Ευρώπης.
Σε αυτό το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, αναθερμαίνεται το όραμα της εκμετάλλευσης του ενεργειακού δυναμικού της χώρας. Και πάνω σε αυτό, η τότε κυβέρνηση και ο τότε υπουργός ενέργειας, αποτυπώνουν το σημερινό θεσμικό πλαίσιο για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων (με τον ν. 4001/2011 που εμπλουτίζει τον ν. 2289/1995) και δημιουργούν τον αρμόδιο φορέα για την προκήρυξη και διεκπεραίωση των σχετικών διαδικασιών, την ΕΔΕΥ.
Παράλληλα, διαμορφώνει ένα υπερφιλόδοξο – για να μην το χαρακτηρίσω ανεδαφικό – σχέδιο για την εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πόρου.
Στη βάση αυτού του σχεδίου, όλες οι θαλάσσιες περιοχές στις δυτικές ακτές της χώρας θα προκηρύσσονταν σε μια λογική fast track μετατροπής της Ελλάδας από χώρα ελλειμματική στην κατανάλωση υγρών καυσίμων στην κατά φαντασία Σαουδική Αραβία της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Η κυβερνητική αλλαγή του 2015 έρχεται μαζί με τα αποτελέσματα αυτών των πολιτικών.
Από τα υποθαλάσσια 10 οικόπεδα που είχαν προκηρυχτεί, μόνο για λίγα εξ αυτών είχε εκδηλωθεί επενδυτικό ενδιαφέρον. Αλλά και ο φορέας που ήταν αρμόδιος με την υλοποίηση του όλου εγχειρήματος, η ΕΔΕΥ, αποτελούσε στην πραγματικότητα ένα σχέδιο επί χάρτου με γραφεία στα υπόγεια του υπουργείου Περιβάλλοντος.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε, όχι μόνο να δώσει σάρκα και οστά σε αυτό τον νέο φορέα, αλλά και να μπορέσει να ανταπεξέλθει, με μηδενική μάλιστα προηγούμενη εμπειρία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης επί του θέματος, στις συζητήσεις με τις εταιρίες που στην πορεία εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους υπογράφοντας και επικυρώνοντας τις πρώτες υποθαλάσσιες σχετικές συμβάσεις στην ιστορία του ελληνικού κράτους.
Αναδιαμορφώνοντας, δε, και την πολιτική προκηρύξεων, επέλεξε να προχωρήσει πιο προσεκτικά, προτιμώντας να περιμένει να εκδηλώσουν οι επενδυτές το ενδιαφέρον τους, σύμφωνα με το σχετικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντί για να προχωράει σε νέους, οιωνοί άγονους διαγωνισμούς.
Διαγωνισμούς οι οποίοι θα πίεζαν τα διαπραγματευτικά περιθώρια της χώρας έναντι των εταιριών προς τα κάτω, μειώνοντας τα δυνητικά πλεονεκτήματα για τις τοπικές κοινωνίες και για το δημόσιο ταμείο.
Ενδεικτικό της αποτελεσματικότητας αυτής της πολιτικής είναι το ότι οι δύο μείζονες συμβάσεις στα νότια της Κρήτης δεν βρίσκονταν στον αρχικό σχεδιασμό επί υπουργίας Γιάννη Μανιάτη! Και για αυτές, δεν έχουν περάσει παρά μόνο δύο χρόνια μέχρι σήμερα, από την ημερομηνία εκδήλωσης του αρχικού επενδυτικού ενδιαφέροντος. Χρόνος ρεκόρ αν αναλογιστεί κανείς τα δεσμευτικά ενδιάμεσα νομικά στάδια όπως η διάρκεια του διαγωνισμού, ο χρόνος ολοκλήρωσης της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η έγκριση του ελεγκτικού συνεδρίου κ.ο.κ.
Ταυτόχρονα όμως, η διαφορετική πολιτική των δύο κομμάτων εξουσίας, τουλάχιστον σε σχέση με αυτό το ζήτημα, αποτυπώνεται και στην διαφορετική πολιτική αναφορικά με τον ρόλο, την λειτουργία και την σημασία των ΕΛΠΕ στην διαδικασία της εκμετάλλευσης αυτού του φυσικού πόρου.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε εδώ στους βουλευτές της συμπολίτευσης το εξής:
Σύμφωνα με την δρομολογημένη από την προηγούμενη κυβέρνηση πώληση μετοχών των Ελληνικών Πετρελαίων σε συνεργασία με τον ιδιώτη μέτοχο των ΕΛΠΕ, το ελληνικό δημόσιο διατηρούσε δικαιώματα αρνησικυρίας σε ζητήματα που αφορούσαν την λειτουργία των διυλιστηρίων, την προμήθεια της εταιρείας όσο και τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας.
Πάνω από όλα όμως, στη διαδικασία αυτή, όπως δρομολογούνταν επί ΣΥΡΙΖΑ, τα δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης – των οποίων την κατακύρωση ψηφίζουμε σήμερα – θα παρέμεναν σε μια εταιρεία, το πλειοψηφικό πακέτο της οποίας, θα παρέμενε υπό δημόσιο έλεγχο.
Με βάση το παραπάνω σχέδιο, η υπογραφή των συμβάσεων, όχι μόνο θα λειτουργούσε πολλαπλασιαστικά σε σχέση με τα οφέλη για την ελληνική οικονομία και την ικανότητα της χώρας να προγραμματίσει τις ενεργειακές τις ανάγκες, αλλά θα συνέβαλε και στην κάμψη των τυχών αντιδράσεων στις τοπικές κοινωνίες.
Αντ’ αυτού, η σημερινή κυβέρνηση πολιτεύεται στο συγκεκριμένο ζήτημα μέσω διαρροών, βάση των οποίων η συμμετοχή του δημοσίου στα ΕΛΠΕ αναμένεται να εκχωρηθεί με την μορφή της σταδιακής πώλησης μετοχών στο χρηματιστήριο.
Και μάλιστα, με μειωμένο αντίτιμο σε σχέση με την σημερινή χρηματιστηριακή τους αξία.
Ένα ακόμα σημείο εμφανούς διαφοροποίησης της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ από αυτή της παρούσας κυβέρνησης, αποτελεί η διαπιστωμένη ευαισθησία του στα ζητήματα της προστασίας τους περιβάλλοντος. Αυτή αποτυπώθηκε τόσο στην ψήφιση του νόμου 4409/2016 που ενσωμάτωνε την οδηγία αναφορικά με την ασφάλεια υπεράκτιων εργασιών, όσο και στην ρητή απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας εκμετάλλευσης σχιστολιθικού αερίου με το άρθρο 79 του νόμου 4602/2019.
Ταυτόχρονα, δημιούργησε και τον θεσμό των τοπικών παρατηρητηρίων υδρογονανθράκων ώστε οι τοπικές κοινωνίες να έχουν άμεση εμπλοκή στον έλεγχο και την εποπτεία των ερευνητικών εργασιών.
Και για αυτό το θέμα, αναμένουμε να ακούσουμε σήμερα τις προθέσεις της παρούσας κυβέρνησης…
Ανάλογη υποχρέωση της πολιτείας, η οποία εναπόκειται στις προθέσεις της παρούσας κυβέρνησης, είναι και η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους και δη της επιθεώρησης μεταλλείων. Της υπηρεσίας η οποία είναι πλέον, και με το άρθρο 85 του νόμου 4602/2019, αρμόδια για τον έλεγχο ζητημάτων υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στις σχετικές εγκαταστάσεις.
Τέλος, επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι είναι αυτονόητο ότι ο σχεδιασμός της εκάστοτε κυβέρνησης στον τομέα της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων πρέπει να συνάδει με τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας.
Να αντιστοιχήσει, δηλαδή, την αναμενόμενη μείωση των αναγκών της χώρας σε υδρογονάνθρακες σε βάθος δεκαετίας, με την τόσο απαιτούμενη αναγκαιότητα υποσκελισμού του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μέσα από την υποκατάσταση των εισαγωγών από υδρογονάνθρακες που θα αντλούνται από το υπέδαφος της χώρας.
Υπό αυτή την έννοια, η διενέργεια νέου γύρου προκηρύξεων επιπλέον οικοπέδων δεν είναι ούτε οικονομικά σκόπιμο, ούτε ενεργειακά αναγκαίο, ούτε και περιβαλλοντικά επιθυμητό.
Η δύσκολη ισορροπία που καλούμαστε ως χώρα να βρούμε ανάμεσα στην οικονομική αναγκαιότητα και το οικολογικό ρίσκο που αναλαμβάνουμε, δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζει από την αναγκαιότητα της κατ’ επείγουσας δράσης για την κλιματική αλλαγή.
Υπό αυτή την οπτική, θέση μας είναι ότι:
1ον Σε όσες περιοχές ολοκληρώνεται άκαρπη η έρευνα για κοιτάσματα υδρογονανθράκων να μην ανανεώνεται το σχετικό δικαίωμα της εκάστοτε κοινοπραξίας,
2ον Στο μέλλον να μην επαναπροκυρηχθεί νέο χερσαίο κοίτασμα και
3ον Από τα θαλάσσια οικόπεδα να επαναξιολογηθεί το ενδεχόμενο νέας προκήρυξης μόνο μετά την ολοκλήρωση του παρόντος γύρου ερευνών και εφόσον οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας το απαιτούν.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, κατέβαλε μεθοδική προσπάθεια για να προχωρήσει η χώρας μας με προσεκτικά και συνετά βήματα στην κατεύθυνση του ενεργειακού πλούτου. Και είχε ουσιαστικά αποτελέσματα.
Η κύρωση των συμβάσεων σήμερα, αντιμετωπίζεται σε ένα νέο πλαίσιο θεώρησης των εξορύξεων, λαμβάνοντας υπόψη κυρίως το σχέδιο ιδιωτικοποίησης των ΕΛΠΕ.
Σήμερα, η κυβέρνηση και ο κ. Χατζηδάκης οφείλουν να απαντήσουν για το σχέδιο τους αναφορικά με την εκμετάλλευση μελλοντικών κοιτασμάτων.
Να εγκαταλείψουν τις υπερβολές και του μαξιμαλισμούς με τις οποίες έχουν εκφραστεί κατά το παρελθόν
Μα πάνω από όλα, πρέπει να απαντήσουν για το ποιο είναι το σχέδιο τους αναφορικά με την τύχη και των μέλλον των ΕΛΠΕ.
Σας ευχαριστώ.