Με ερώτησή τους προς τους συναρμόδιους Υπουργούς Οικονομικών και Εσωτερικών, 48 Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ζητούν ενημέρωση σχετικά με το εάν προτίθεται να προχωρήσει η Κυβέρνηση στη σύσταση μόνιμων θέσεων στον τομέα της καθαριότητας των φορέων του δημοσίου. Ζητούν επίσης ενημέρωση σχετικά με το εάν θα επιμείνει η Κυβέρνηση ΝΔ στην αποδεδειγμένα αποτυχημένη λογική εκχώρησης των υπηρεσιών αυτών σε ιδιωτικές εταιρείες, καθώς επίσης και εάν θα υπάρξει μέριμνα προκειμένου να ληφθεί υπόψη η σημαντική προϋπηρεσία που διαθέτουν οι νυν απασχολούμενοι στον τομέα της καθαριότητας, εντός των δυνατοτήτων που παρέχει το Σύνταγμα και η σχετική νομολογία.
«Η καθαριότητα των κτηρίων των δημόσιων υπηρεσιών αποτελεί βασικό θέμα δημόσιας υγιεινής και ασφάλειας» αναφέρει σε δήλωσή του ο Βουλευτής Ηρακλείου Χάρης Μαμουλάκης, τονίζοντας: «Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατόπιν σκληρής διαπραγμάτευσης, πέτυχε την εφαρμογή του κανόνα 1:1 στο λόγο προσλήψεων/αποχωρήσεων στο δημόσιο τομέα, δίνοντας τη δυνατότητα για την κάλυψη των αναγκών με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού. Οι εργαζόμενοι στον τομέα καθαριότητας με συμβάσεις που καταρτίσθηκαν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, του ν. 4506/2017 (ΦΕΚ 191 Α’) και του άρθρου 4, του ν. 4616/2019 (ΦΕΚ 86Α΄) πληρώνονται ήδη από τον κρατικό προϋπολογισμό και συνεπώς, σε περίπτωση σύστασης αντίστοιχων μόνιμων θέσεων, δεν προκύπτει επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Επειδή το προσεχές διάστημα αυτές οι συμβάσεις λήγουν και δημιουργείται κλίμα εργασιακής ανασφάλειας – ενώ εγκυμονούνται σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια υγιεινή και ασφάλεια – αναμένουμε άμεσα τις απαντήσεις των αρμόδιων Υπουργών».
Υπενθυμίζεται ότι συνειδητή επιλογή της συγκυβέρνησης ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (2012 – 2014), αποτέλεσε η εκχώρηση – εκτός των άλλων – και των υπηρεσιών καθαριότητας του δημοσίου σε εργολαβικά συμφέροντα, με το επιχείρημα της προσπάθειας μείωσης των σχετικών δαπανών. Στην πράξη, τα αποτελέσματα αυτής της επιλογής ήταν οδυνηρά: Υποβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, επιβάρυνση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού, ακατάλληλες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας στους δημόσιους χώρους, αλλά και πλήρης υποβάθμιση των εργασιακών σχέσεων.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρά τα στενά δημοσιονομικά περιθώρια και τους περιορισμούς στις προσλήψεις προσωπικού, προχώρησε με σχέδιο στη σταδιακή ανατροπή αυτής της ιδιαίτερα επιζήμιας για το δημόσιο συμφέρον κατάστασης. Ειδικότερα, ξεκινώντας από τα δημόσια νοσοκομεία προχώρησε στην απομάκρυνση των εργολάβων και τη σύναψη ατομικών συμβάσεων εργασίας. Με τον τρόπο αυτό πέτυχε, πέραν όλων των άλλων, σημαντική εξοικονόμηση πόρων. Το ίδιο συνέβη και σε άλλους φορείς του δημοσίου.
Σε αυτό το πλαίσιο, με τη διάταξη του άρθρου 8, του ν. 4506/2017 (ΦΕΚ 191 Α΄), δόθηκε η δυνατότητα σε κεντρικές υπηρεσίες Υπουργείων αλλά και άλλους φορείς του Δημοσίου που αντιμετώπιζαν πρόβλημα στους τομείς καθαριότητας να προσλάβουν προσωπικό ειδικότητας ΥΕ Καθαριότητας με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου διάρκειας έως δεκαοκτώ (18) μηνών. Μετά την έκδοση των σχετικών κανονιστικών πράξεων και προκηρύξεων μέσω ΑΣΕΠ, προχώρησε η διαδικασία πρόσληψης προσωπικού με συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε διάφορους φορείς του δημοσίου (Ενδεικτικά Υπουργείο Οικονομικών, Υπουργείο Περιβάλλοντος, Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, ΑΑΔΕ, Πανεπιστημιακά Ιδρύματα κ.α.)
Επιδίωξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αποτελούσε, μετά την έξοδο της χώρας από τα προγράμματα στήριξης, η σύσταση μόνιμων θέσεων και η άμεση έκδοση προκήρυξης για την κάλυψη αυτών πριν τη λήξη των σχετικών συμβάσεων, ώστε να λυθεί οριστικά, με τρόπο αποτελεσματικό και δίκαιο το ζήτημα της καθαριότητας σε αυτούς τους φορείς. Ο αρχικός σχεδιασμός δεν κατέστη εφικτό να ολοκληρωθεί λόγω της διαδοχικής διενέργειας των Αυτοδιοικητικών, Ευρωπαϊκών και Εθνικών εκλογών. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με γνώμονα την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 4, του ν. 4616/2019 (ΦΕΚ Α’ 86) προχώρησε στην παράταση κατά 6 μήνες των ανωτέρω συμβάσεων (εντός των συνταγματικών και νομοθετικών προβλέψεων) έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή συνέχεια της διοίκησης και στη συνέχεια η κυβέρνηση που θα προέκυπτε από τις εκλογές να διέθετε επαρκή χρόνο για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Την ερώτηση συνυπογράφουν οι Βουλευτές Τσακαλώτος Ευκλείδης, Ξενογιαννακοπούλου Μαριλίζα, Αβραμάκης Λευτέρης, Αγαθοπούλου Ειρήνη, Αλεξιάδης Τρύφων, Αναγνωστοπούλου Σία, Βαρδάκης Σωκράτης, Βασιλικός Βασίλης, Βέττα Καλλιόπη, Βίτσας Δημήτρης, Γκαρά Νατάσα, Δρίτσας Θοδωρής, Ζαχαριάδης Κώστας, Ζεϊμπέκ Χουσεϊν, Ηγουμενίδης Νίκος, Θραψανιώτης Μανόλης, Καλαματιανός Διονύσης, Καρασαρλίδη Φρόσω, Κασιμάτη Νίνα, Καφαντάρη Χαρά, Λάππας Σπύρος, Μάλαμα Κυριακή, Μαμουλάκης Χάρης, Μάρκου Κώστας, Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος, Μιχαηλίδης Ανδρέας, Μπάρκας Κων/νος, Μωραϊτης Θάνος, Νοτοπούλου Κατερίνα, Παπαδόπουλος Σάκης, Παπαηλιού Γιώργος, Παπανάτσιου Κατερίνα, Πούλου Γιώτα, Σαντορινιός Νεκτάριος, Σκουρλέτης Πάνος, Σκουρολιάκος Πάνος, Σκουφά Μπέττυ, Συρμαλένιος Νίκος, Τελιγιορίδου Ολυμπία, Τζάγκρη Θεοδώρα, Τζούφη Μερόπη, Τριανταφυλλίδης Αλέξανδρος, Φάμελλος Σωκράτης, Φωτίου Θεανώ, Χαρίτσης Αλέξης, Χατζηγιαννάκης Μιλτιάδης, Χρηστίδου Ραλλία και Ψυχογιός Γιώργος.