Στις 23/09 ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Στάσσης ανακοίνωσε Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου μέσα από την οποία η μεν εταιρεία θα αντλούσε κεφάλαια που υπολογίζονταν περί τα 750 εκατ. ευρώ, το δε δημόσιο, μέσα από την παραίτηση του δικαιώματος συμμετοχής στην ΑΜΚ του ΤΑΙΠΕΔ και τη διάθεση του ποσοστού του στο χρηματιστήριο, θα έπεφτε στο ποσοστό του 34%.
Η υπόθεση εξ αρχής δημιουργούσε μια σειρά από εύλογα ερωτηματικά. Πρώτον, στο Δελτίο Τύπου της εταιρείας με το οποίο ενημέρωνε το κοινό, για να δικαιολογήσει τις ενέργειες της, ανέφερε ότι πριν από την εσπευσμένη έκδοση μετοχών η εταιρεία είχε προβεί σε προκαταρκτικές συνομιλίες με μέρος της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι κάποιοι ήξεραν για την ΑΜΚ και κάποιοι άλλοι όχι σε μια εισηγμένη εταιρεία.
Δεύτερον, σύμφωνα με το σχέδιο της ΝΔ, το ελληνικό δημόσιο έχανε ένα τεράστιο περιουσιακό του στοιχείο, το δικαίωμα ορισμού της διοίκησης της μεγαλύτερης βιομηχανίας της χώρας, άνευ αντιτίμου. Το επιχείρημα της ΝΔ προφανώς ήταν ότι η αξία της μετοχής από την υλοποίηση του business plan της ΔΕΗ θα αυξάνονταν τόσο πολύ ώστε η όποια απώλεια ήταν δικαιολογημένη, και επί του ζητήματος αυτού, και για την κάλυψη των μελών των ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ και του Υπερταμείου, θα ανατεθεί μελέτη σε εξειδικευμένο σύμβουλο που να τεκμηριώνει τα παραπάνω.
Τρίτον, η πώληση γίνεται ακριβώς μετά από την «επιτυχή», κατά της κυβέρνηση, πώληση του 49% του ΔΕΔΔΗΕ – του σημαντικότερου προσοδοφόρου asset της εταιρείας – και εν μέσω μιας άνευ προηγούμενο ενεργειακής κρίσης εξαιτίας της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου που ροκανίζει τα περιθώρια κερδοφορίας της επιχείρησης έτι περεταίρω.
Το σχέδιο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ αναφορικά με την ΔΕΗ και την ηλεκτρική ενέργεια ήταν ξεκάθαρο. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακύρωσε το σχέδιο της διάσπασης της ΔΕΗ και της πώλησης υδροηλεκτρικών εργοστασίων, ακύρωσε την πώληση του 17% της ΔΕΗ και προχώρησε στην θεσμική ωρίμανση της ενεργειακής αγοράς της χώρας μέσα από τη δημιουργία του χρηματιστηρίου ενέργειας και τη δημιουργία ενός συστήματος διαγωνισμών για την προκήρυξη του καινούργιου ενεργειακού χώρου στις ΑΠΕ. Ταυτόχρονα, επί ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώθηκε ο υπερδανεισμός της ΔΕΗ που είχε εκκινήσει επί Σαμαρά για τη δημιουργία της μεγαλύτερης λιγνιτικής μονάδας της χώρας, της Πτολεμαΐδας 5, και έγιναν προσπάθειες να συρρικνωθεί το πρόβλημα των μη-εξυπηρετούμενων λογαριασμών που είχε εκτιναχθεί εξαιτίας της αύξησης κατά 40% του κόστους του ρεύματος την περίοδο 2012-2014. Όλα αυτά έγιναν με μέριμνα να συγκρατηθεί το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας ώστε να βοηθηθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και να μην επιδεινωθεί το τεράστιο πρόβλημα της ενεργειακής φτώχειας που είχε αναδειχθεί την περίοδο των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Εν πολλοίς ο ΣΥΡΙΖΑ, συνεπής στο πρόγραμμα του, χρησιμοποίησε την ειδική θέση του δημοσίου στην ΔΕΗ με αναπτυξιακό και κοινωνικό πρόσημο.
Η ΝΔ με την ανάληψη των κυβερνητικών ευθυνών αύξησε τα τιμολόγια της ΔΕΗ δίνοντας ανάσα ζωής σε όλους τους ιδιώτες πάροχους ηλεκτρικής ενέργειας. Στη συνέχεια τροποποίησε την ενεργειακή στρατηγική που είχε για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας εκπονήσει ο ΣΥΡΙΖΑ κατά το σκέλος, όχι της επέκτασης των ΑΠΕ, σε αυτό υπάρχει εν πολλοίς διακομματική συναίνεση, αλλά του ρυθμού απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων. Κοινώς, η ΝΔ εισηγήθηκε την γρηγορότερη απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ για να δημιουργηθεί χώρος στο ηλεκτρικό σύστημα για τέσσερεις μονάδες φυσικού αερίου από ιδιώτες. Τέλος, και ενώ τα έσοδα της επιχείρησης το 2019 προέρχονταν κατά σχεδόν 80% από την διανομή, προκήρυξε διαγωνισμό για την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ, ο οποίος και ολοκληρώθηκε πριν από λίγες εβδομάδες.
Η απόφαση για την ΑΜΚ της ΔΕΗ δεν είναι μόνο νομικά έωλη και αναπτυξιακά καταστροφική. Είναι και απολύτως αντιφατική με τα πεπραγμένα της κυβέρνησης κατά τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού στην ΔΕΘ. Υπενθυμίζεται ότι ο πρωθυπουργός στις πρόσφατες δηλώσεις του υποσχέθηκε ότι η ΔΕΗ μέσα από τις νέες εκπτώσεις της θα συγκρατήσει το νέο κύκλο αυξήσεων στις τιμές του ρεύματος, επί της ουσίας ρυθμίζοντας την αγορά στο βαθμό που και οι ιδιώτες θα πρέπει να μην αυξήσουν τα τιμολόγια τους αν θέλουν να συγκρατήσουν το πελατολόγιο τους. Αλήθεια, θα μπορούσε ο κρατιστής κ. Μητσοτάκης της ΔΕΘ να εξαγγείλει αυτά που εξήγγειλε, αν ο νεοφιλελεύθερος κ. Μητσοτάκης υλοποιήσει το σχέδιο του; Επικοινωνεί η δεξιά μεριά του εγκεφάλου του, με όσα πράττει η αριστερή;
Στην πραγματικότητα η αλλοπρόσαλλη πολιτική Σκρέκα – Μητσοτάκη στην ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να μην έχει συνοχή, έχει όμως στόχο. Η συγκυρία της πράσινης μεταστροφής της ευρωπαϊκής οικονομίας και η πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης καθιστούν το πεδίο της ηλεκτρικής ενέργειας τον κατεξοχήν κλάδο που, δυνάμει, θα υπάρχουν υψηλά περιθώρια κερδοφορίας στο άμεσο μέλλον. Την επόμενη δεκαετία, αναπόφευκτα, στη χώρα μας θα γίνονται επενδύσεις στις ΑΠΕ, επενδύσεις στην επέκταση του δικτύου ηλεκτρική ενέργειας, επενδύσεις στην επέκταση των υποδομών για την φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων και επενδύσεις για την ψηφιοποίηση των δικτύων. Η στρατηγική Μητσοτάκη, ενάντια στο παγκόσμιο ρεύμα ενίσχυσης του αναπτυξιακού ρόλου του κράτους σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο την περίοδο της πανδημίας, είναι το δημόσιο να μην έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο θαυμαστό καινούργιο πράσινο κόσμο και να περιοριστεί σε ρόλο παρατηρητή. Η στρατηγική αυτή είναι όμως και αλλοπρόσαλλη γιατί, στην πορεία αυτής της απόσυρσης, ο κ. Μητσοτάκης φροντίζει να εξυπηρετήσει και μεμονωμένα ειδικά οικονομικά συμφέροντα.
Για τις παραλείψεις και τις αστοχίες αυτές, καλό θα ήταν τα αρμόδια όργανα της πολιτείας, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και εισαγγελείς, να κινητοποιηθούν.
Πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα Documento, 03/01/21