Οι πολιτικοί τσακώνονται. Είναι κομμάτι του ίδιου του κοινοβουλευτισμού. Και πιο συχνά τσακώνονται όταν ανταγωνίζονται, ιδίως προεκλογικά, για το ποιος είναι πιο αποτελεσματικός στην ολοκλήρωση έργων. Ωστόσο, έχω την εντύπωση, ότι στην περίπτωση της περιοχής της Μεσαράς αυτό που λείπει δεν είναι μόνο τα έργα αλλά και μια αφήγηση για το πού πάει και θα μπορούσε να πάει αναπτυξιακά αυτός ο τόπος.
Η πεδιάδα της Μεσαράς έχει αντιμετωπιστεί από το ελληνικό κράτος εδώ και δεκαετίας ως ένα «άκρο», μια εσχατιά δύσκολα διασυνδέσιμη και δύσκολα διασυνδεδεμένη με το εθνικό και περιφερειακό κέντρο. Η πραγματικότητα αυτή έχει όμως και κάτι το αντιφατικό. Η πεδιάδα της Μεσαράς είναι ο πιο δυναμικός χώρος με εξαγωγική αγροτικά δραστηριότητα και ήπια μεταποίηση αγροτικών προϊόντων προς την Ελλάδα και την Ευρώπη. Δεν είναι μόνο το ελαιόλαδο και οι θερμοκηπιακές καλλιέργειες, αλλά και η προοπτική ολοκληρωμένων προϊόντων, όπως η επιτραπέζια ελιά, ή οι νέες καλλιέργειες όπως τα μύρτιλα και τα ρόδια. Άρα, η υποτιθέμενη «περιφερειακότητα» της, στην πραγματικότητα αναδεικνύει το ίδιο το αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας μας που είναι σταθερά – και από την παρούσα κυβέρνηση με μεγαλύτερη ένταση – προσκολλημένο στον μαζικό τουρισμό και στον κατασκευαστικό τομέα ως ατμομηχανές της όποιας ανάπτυξης.
Οι πρόσφατες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για τους δρόμους της Μεσαράς, δηλαδή για τον κάθετο άξονα που συνδέει τις Μοίρες με το Ηράκλειο με τα χίλια του προβλήματα και αυτόν που δεν δρομολογείται, η διασύνδεση δηλαδή της περιοχής με τον αεροδρόμιο Καστελίου, πέρα από την κακοδαιμονία του σύγχρονου ελληνικού κράτους και τον αδύναμο μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό σχεδιασμό που συντελείται για κάθε έργο, αναδεικνύουν την απουσία μιας αντίληψης για το μέλλον. Μιας συνεκτικής αντίληψης για το ποιόν δρόμο θέλουμε να βαδίσουμε.
Για χρόνια, η απουσία ισχυρής τουριστικής ανάπτυξης στην περιοχή, σε αντίθεση με τις περιοχές που γειτνίαζαν με τον βόρειο οδικό άξονα, νοούταν από τις τοπικές κοινωνίες ως πρόβλημα. Το γεγονός αυτό αποτελούσε επιφανειακά μια παραδοξότητα αν λάβει κανείς υπόψιν του την εκπληκτική φυσική ομορφιά του τοπίου ειδικά κοντά στους ορεινούς όγκους τόσο στην Ρίζα όσο και στα Αστερούσια. Σήμερα όμως αυτό το μειονέκτημα έχει αρχίσει να μεταβάλλεται σε πλεονέκτημα. Η απουσία μεγάλων υποδομών φιλοξενίας μετασχηματίζει την περιοχή σε τόπο μετεγκατάστασής δυτικοευρωπαίων πολιτών τρίτης ηλικίας και digital nomads. Μια βόλτα στις λαϊκές της περιοχής μπορούν να πείσουν τον οποιοδήποτε για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της σταθερής τάσης. Οι οικισμοί της Μεσαράς μετασχηματίζονται σε τόπους πολιτισμικής πρόσμειξης και σταθερών οικονομικών ανταλλαγών με την Ευρώπη χωρίς τα διαβρωτικά χαρακτηριστικά του μαζικού τουρισμού που ταλανίζουν άλλες περιοχές του νησιού.
Στο παραπάνω πλαίσιο αξίζει να σκεφτούμε τις ιδιαιτερότητες των οικιστικών συνόλων της περιοχής. Η Μεσαρά είναι στην πραγματικότητα ένα πολυκεντρικό σύνολο. Τόσο οι Μοίρες όσο και το Τυμπάκι έχουν τα χαρακτηριστικά μιας ήπιας αλλά άναρχης ανάπτυξης που θα αρχίσουν να δέχονται δυσανάλογες πιέσεις όσο εξελίσσεται η πολεοδομική τους επέκταση. Για τον λόγο αυτό ο χωροταξικός σχεδιασμός της περιοχής πρέπει να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για να αποφευχθούν διακλαδικές συγκρούσεις αλλά και να οργανωθεί η αναμενόμενη πολεοδομική επέκταση των οικισμών της περιοχής.
Η ενίσχυση ωστόσο αυτής της τάσης, όσο και η ενδυνάμωση του εξαγωγικού προσανατολισμού του πρωτογενούς τομέα, έχουν κι άλλες προϋποθέσεις δηλαδή τις υποδομές που χρειάζεται η περιοχή και δεν έχει, καθώς πολιτικά συνεχίζει να νοείται ως «άκρο». Η ήπια αυτή μετεγκατάσταση προϋποθέτει μια ολοκληρωμένη σύνδεση σε δίκτυα τηλεπικοινωνιών. Αναλόγως, η συνύπαρξη ήπιων τουριστικών χρήσεων και αγροτικών δραστηριοτήτων απαιτεί ολοκληρωμένες απαντήσεις στο ζήτημα της διαχείρισης των απορριμμάτων, ώστε να μην περιορίζει η μια δραστηριότητα την άλλη. Επιπλέον, ο στόχος της ενεργειακής αυτονομίας των αγροτικών μονάδων της περιοχής χρειάζεται ένα πυκνό, αλλά ανύπαρκτο σήμερα, δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας που δεν θα προτεραιοποιεί μόνο τις μεγάλες μονάδες ΑΠΕ.
Τέλος, τα ανολοκλήρωτα φράγματα της περιοχής πρέπει να εντάσσονται στην παραπάνω προοπτική. Σε αντίθεση με άλλα φράγματα που δημιουργούνται σε αμιγώς αγροτικές περιοχές, η εκτροπή του ποταμού Πλατύ όσο και τα ανολοκλήρωτα φράγματα της Φανερωμένης και της Πλακιώτισσας καλούνται να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες υδροδότησης μιας περιοχής στην οποία η αύξηση της ζήτησης θα προκύπτει ταυτόχρονα τόσο από την διεύρυνση των αγροτικών εργασιών όσο και από δημογραφικές πιέσεις. Η ολοκλήρωση τους λοιπόν είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη.
Την Μεσαρά πρέπει να την βλέπουμε ως κέντρο. Αλλά για να γίνει και κέντρο πρέπει να αποφασίσουμε ποιο δρόμο θέλουμε να βαδίσουμε.