Η οικονομική κρίση, ως απόρροια της πανδημίας, είναι ίσως η χειρότερη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τις επιχειρήσεις να πλήττονται άμεσα. Τα κυβερνητικά μέτρα και οι ρυθμίσεις στο πλαίσιο της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορονοϊού, οι διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού και η πτώση της ζήτησης αναμένεται να οδηγήσουν σε απότομη άνοδο της αφερεγγυότητας και των πτωχεύσεων των επιχειρήσεων και ειδικά των μικρών και μεσαίων. Η κυβέρνηση, σε αυτές τις συνθήκες και με την υψηλή πιθανότητα μετεξέλιξης της κρίσης ρευστότητας σε κρίση φερεγγυότητας, παρουσιάζεται ως μία άλλη Μαρία Αντουανέτα απέναντι στα προβλήματα της μικρομεσαίας επιχείρησης.
Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, συγκριτικά με τις μεγάλες, είναι πιο ευάλωτες στην οικονομική κρίση. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση και στο ότι πρέπει να στηρίζονται στις ταμειακές ροές, που οι ίδιες δημιουργούν από την επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Ταυτόχρονα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στους τομείς που πλήττονται περισσότερο από την κρίση, όπως το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, τις υπηρεσίες διανομής και τροφίμων, τα ακίνητα κ.α. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 90% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε πληττόμενους τομείς είναι μικρομεσαίες. Επίσης, έχουν μικρότερη ρευστότητα μετρητών, λιγότερες πηγές από τις οποίες μπορούν να αντλήσουν χρηματοδότηση και μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ έναντι των προμηθευτών και των αγοραστών τους ως προς τους όρους πληρωμής. Τέλος, συχνά δεν έχουν τους οικονομικούς πόρους για να υιοθετήσουν ψηφιακά εργαλεία και τεχνολογίες που είναι απαραίτητα για την επιβίωσή τους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ για τη στήριξη των πληττόμενων επιχειρήσεων έθεσε σε εφαρμογή, συνοπτικά, τις εξής δράσεις: 1. Εγγύηση νέων δάνειων κεφαλαίων κίνησης για μικρομεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, “Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων covid-19”, 2. Επιδότηση Τόκων Υφιστάμενων Δανείων Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων, 3. Επιστρεπτέα προκαταβολή, 4. Διετής επιδότηση επιτοκίου σε νέα δάνεια κεφαλαίου κίνησης, “Επιχειρηματική Χρηματοδότηση – Ταμείο Επιχειρηματικότητας (ΤΕΠΙΧ ΙΙ)”, 5. Αποζημίωση ειδικού σκοπού. Επίσης, πήρε μέτρα με τα οποία μείωσε κατά 40% τα μισθώματα επαγγελματικής στέγης, ανέστειλε τις προθεσμίες λήξης, εμφάνισης και πληρωμής αξιογράφων και ανέστειλε, με συνεχείς παρατάσεις, την καταβολή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων.
Ωστόσο, τα παραπάνω μέτρα είναι ημίμετρα. Από την εφαρμογή τους ανέκυψαν αστοχίες ως προς τον σχεδιασμό τους. Κυρίως όμως η κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας άφησε ερωτηματικά αναφορικά με το ποιοι ήταν τελικά οι ωφελούμενοι. Παραδείγματα τέτοιων πρακτικών ήταν το “Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων covid-19”, από το οποίο επωφελήθηκαν οι μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και η Επιδότηση Τόκων Υφιστάμενων Δανείων. Σε αυτές τις περιπτώσεις η κυβερνητική αστοχία έγκειται στο ότι έθεσε όριο στο επίπεδο χαρτοφυλακίου των τραπεζών που αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Έτσι, όταν η εγγύηση ανέρχονταν στο 32% των δανείων η πιστωτική επέκταση σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ήταν πρακτικά αδύνατη. Αντίστοιχα προβλήματα προέκυψαν και με την διετή επιδότηση τόκων νέων δανείων κεφαλαίου κίνησης με την ΕΚΤ να ομολογεί πλέον σήμερα ότι ελληνικές τράπεζες είναι από τις ακριβότερες στην ευρωζώνη ως προς το δανεισμό των επιχειρήσεων. Κορωνίδα, όμως, της κυβερνητικής αποτυχίας φυσικά αποτέλεσε η “επιστρεπτέα προκαταβολή”. Τα κριτήρια που έθεσε η κυβέρνηση στα διαδοχικά προγράμματα είχαν ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό μεγάλης μερίδας ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολούμενων αλλά και μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Η κυβέρνηση, παρότι είχε στη φαρέτρα της όπλα που προέκυπταν από την χαλάρωση τόσο του ευρωπαϊκού πλαισίου κρατικών ενισχύσεων όσο και των κανόνων που διέπουν του ΕΣΠΑ και, φυσικά, την χαλάρωση του συμφώνου σταθερότητας, αποφάσισε να μη τα χρησιμοποιήσει και να οδηγήσει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε ασφυξία και οικονομική κατάρρευση. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εσκεμμένα εφαρμόζει πολιτικές τύπου “too little-too late”, κάνει μικρές παρεμβάσεις καθυστερημένα. Προετοιμάζει τα επιχειρήματά της για το τσουνάμι λουκέτων που έρχεται. Το ότι δε ρίχνει άμεσα ζεστό χρήμα στην αγορά, είναι μεθοδευμένο. Δε θέλει να διασώσει τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ η πρόσβαση σε χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των νέων, των ελεύθερων επαγγελματιών, των αγροτών είναι προτεραιότητα. Το ίδιος όμως ισχύει και για την πρόσβαση στη γνώση, την τεχνολογία και την καινοτομία. Για εμάς σήμερα, πρωταρχικός στόχος είναι η επιβίωση και η αύξηση της συνεισφοράς των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην εθνική οικονομία. Γι’ αυτό οι προτάσεις μας περιλαμβάνουν ρύθμιση χρεών με κούρεμα της βασικής οφειλής, παροχή εισοδήματος έκτακτης ανάγκης, μετατροπή του συνόλου της επιστρεπτέας προκαταβολής σε μη επιστρεπτέα ενίσχυση, μη επιστρεπτέα επιδότηση, επιδότηση του 40% των ενοικίων και αξιοποίηση του εργαλείου των μικροχρηματοδοτήσεων από μη τραπεζικά ιδρύματα που εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ σχεδιάσαμε.
Πρώτη δημοσίευση, www.capital.gr, 5/3/21