Ο πλέον διαδεδομένος ορισμός της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης – ΕΚΕ, την κατανοεί ως την αυτορρύθμιση των μεγάλων διεθνών επιχειρήσεων. Από μόνος του αυτός ο ορισμός εμπεριέχει μια λογική προϋπόθεση· ότι ο ιδιωτικός τομέας κινητοποιείται στη βάση ενός κώδικα δεοντολογίας πέρα από τις υποχρεώσεις που του επιβάλει ο νόμος. Άρα η ΕΚΕ αποτελεί ένα πλέγμα από δέουσες βέλτιστες εταιρικές συμπεριφορές για ζητήματα κοινωνικής ή ηθικής ευθύνης εκεί οπού δεν υφίσταται μια κανονιστική υποχρέωση των επιχειρήσεων, εκεί δηλαδή που το κράτος αποδέχεται τον ρόλο του «νυχτοφύλακα».
Αν τα παραπάνω ισχύουν λογικά, ισχύουν σε ένα βαθμό και ιστορικά. Η ΕΚΕ αναδύεται ως μια νέα τάση στην διοίκηση επιχειρήσεων την δεκαετία του ’90, όταν οι βασικές τάσεις μετασχηματισμού της οικονομίας ήταν δύο: από την μια η απορρύθμιση της αγοράς, από την άλλη η απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίων. Οι τάσεις αυτές είχαν συνταρακτικά αποτελέσματα στον μετασχηματισμό των σχέσεων μεταξύ των καταναλωτών, των επιχειρήσεων και του κράτους. Από την μια, το κράτος παραιτούταν σταδιακά από την υποχρέωση να ορίζει την μορφή και τον τρόπο με τον οποίο θα διεξάγονταν το εμπόριο και η διάθεση των υπηρεσιών, αφήνοντας την προστασία των καταναλωτών στην αυτενέργεια των ίδιων των πολιτών. Από την άλλη, η απελευθέρωση των χρηματαγορών κατέστησε το συνολικό προφίλ, την εικόνα των επιχειρήσεων, αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τον τραπεζικό τομέα από το οποίο εξαρτιόταν εν μέρει και η δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων των επιχειρήσεων από τις χρηματαγορές.
Η ΕΚΕ αναδύεται μέσα στο παραπάνω περιβάλλον ως μια απάντηση, εκπορευόμενη από το πεδίο της διοίκησης επιχειρήσεων, στην πίεση για την διαχείριση του «φαίνεσθαι» του ιδιωτικού τομέα έναντι τόσο των καταναλωτών όσο και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εκφάνσεις της στον ίδιο των τρόπο διοίκησης επιχειρήσεων καταλήγουν είτε σε δημοσιοποιημένους κώδικες δεοντολογίας των επιχειρήσεων στους οποίους οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση (π.χ. μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία) ή σε μορφές φιλανθρωπικών ή άλλων δράσεων με σημαντικό επικοινωνιακό αντίκτυπο. Για τους λόγους αυτούς, εξάλλου, οι βασικές κριτικές ενάντια στην ΕΚΕ είναι ότι στην πραγματικότητα είναι μέρος μιας προσπάθειας ωραιοποίησης των φορέων του ιδιωτικού τομέα και ενίοτε και της ίδιας της οικονομίας της αγοράς.
Τα παραπάνω δεν σημαίνει ότι η ΕΚΕ είναι μόνο μια φενάκη. Αντίθετα η πολιτεία οφείλει να παρέμβει ρυθμιστικά, αν όχι για τις ίδιες τις κοινωνικές και ηθικές υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα, τότε τουλάχιστον για την δημιουργία ενός πλαισίου υποχρεωτικής διαφάνειας σε σχέση π.χ. με τις εργασιακές συνθήκες στο εσωτερικό τους, τις σχέσεις τους με τις τοπικές κοινωνίες και, φυσικά, σε σχέση με το οικολογικό τους αποτύπωμα και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου που παράγουν.
Στην σημερινή ωστόσο συγκυρία, η ΕΚΕ ή καλύτερα ο τρόπος αποτύπωσης των κοινωνικών επιπτώσεων του επιχειρηματικού πράττειν, γίνεται κεντρικός στους εν εξελίξει μετασχηματισμούς της οικονομίας. Η επικαιρότητα της κλιματικής κρίσης δημιούργησε πιέσεις στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ώστε να εσωτερικεύσουν τα ίδια στα κριτήρια δανειοδότησης παράγοντες πέρα από την κερδοφορία και τις αποδώσεις των μετοχών. Οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης του Ο.Η.Ε. παρέχουν σήμερα ένα πλαίσιο εντός του οποίου όλοι οι μεγάλοι χρηματοδοτικοί οργανισμοί, και κατ’ επέκταση και ο ιδιωτικός τραπεζικός τομέας, καλείται να προσαρμοστεί για τον προσδιορισμό των κριτηρίων δανεισμού και διαμόρφωσης των επιτοκίων με τρόπο τέτοιο ώστε να λαμβάνονται υπόψιν κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Η υποχρεωτικότητα και το περιεχόμενο ενός τέτοιου κανονιστικού πλαισίου που θα επιβάλει όρια στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι βεβαίως ακόμα ένα ανοικτό διακύβευμα χωρίς καμία εγγύηση για το τελικό αποτέλεσμα των σχετικών πρωτοβουλιών. Πρόσφατη, για παράδειγμα, ήταν η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού taxonomy, να συμπεριλάβει τις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο και πυρηνικά, ως παραδείγματα «πράσινων επενδύσεων». Ωστόσο, σήμερα υφίσταται μια ιστορική ευκαιρία για τις προοδευτικές δυνάμεις ώστε να πιέσουν για την διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου για τον τραπεζικό τομέα που να καθιστούν την κοινωνικά, ηθικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα, μονόδρομο.
Πρώτη δημοσίευση, peripteron.eu